Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2009

AVATAR (2009)

Η νέα ταινία του James Cameron επιφυλάσσει εκπλήξεις μεγαλύτερες και από την εντύπωση που προκαλούν τα τελευταίας τεχνολογίας ειδικά εφέ της, τεχνολογίας που ο Cameron παραδέχτηκε ότι περίμενε όλα αυτά τα χρόνια την εξέλιξη, για να μπορέσει να υλοποιήσει το όραμα του όπως το είχε φανταστεί. Το εντυπωσιακό αυτό περιτύλιγμα που περιλαμβάνει CGI γλυκίσματα για τον αμφιβληστροειδή και αποστομωτική 3D φαντασμαγορία, ανάλογη της οποίας δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή στον κινηματογράφο, (ο Cameron μπορεί να περηφανεύεται ότι για άλλη μια φορά είναι ο άνθρωπος που σπρώχνει τις ψευδαισθητικές δυνατότητες του σινεμά στα όρια τους, μετά την «Άβυσσο» του '89, όπου και παρουσίασε τα πρώτα CGI εφέ και φυσικά τον αριστουργηματικό δεύτερο Εξολοθρευτή του '91 που τα τελειοποίησε) μπορεί να επισκιάσει αν σταθείς μόνο σ' αυτό (και πολλοί μέχρι στιγμής στέκονται μόνο εκεί) την ουσία της νέας του δημιουργίας. Γιατί δεν μπορείς να μην εκπλαγείς από το καθαρό αντιιμπεριαλιστικό και αντιαμερικανικό μήνυμα ενός γιγαντιαίου αμερικανικού blockbuster προορισμένου κυρίως να φέρει πάρα πολλά χρήματα στις τσέπες των παραγωγών του.

Κι αυτή ίσως είναι και η μεγαλύτερη μαγκιά του Καναδού σκηνοθέτη. Εκτοξεύει στα μούτρα του ανυποψίαστου αμερικανικού κοινού (αλλά και του παγκόσμιου, ο σύγχρονος δυτικός άνθρωπος άλλωστε είναι κατ' εξοχήν «ανυποψίαστος» τις περισσότερες φορές) μια καταγγελία εκρηκτικής αλληγορικής δύναμης σε συσκευασία περιπέτειας επιστημονικής φαντασίας, παρουσιάζοντας του το αληθινό πρόσωπο της πολιτικής που εφαρμόζουν χρόνια τώρα οι διάφορες ηγεσίες της πατρίδας του. Καταγγελία που λέει ότι από τους αυτόχθονες αμερικανούς μέχρι το Βιετνάμ (απόηχοι από το μεγαλούργημα του Κόπολα «Αποκάλυψη Τώρα» συναντώνται συχνά στις δυόμιση ώρες του Avatar) και το Ιράκ η Αμερική δεν κάνει άλλο από το να προφασίζεται τον εκπολιτισμό των «αγρίων» για να καταβροχθίσει φυσικούς πόρους, πολιτισμούς, ανθρώπους όλους και όλα στο βωμό του χρήματος. Ο Cameron φέρνει αντιμέτωπους «ανθρώπους» χωρίς καμμιά ανθρωπιά με «εξωγήινους» που έχουν όλα όσα έχασαν οι γήινοι μέσα στο παραλήρημα της δίψας τους για χρήμα και εξουσία: Ήθος, σεβασμό στη ζωή και τη φύση, αγάπη, αξιοπρέπεια. Στην ουσία συγκρούονται νοοτροπίες: Αυτή του αποκτηνωμένου, μέσα στον καπιταλιστικό παροξυσμό του, ανθρώπινου όντος που βλέπει παντού «ευκαιρίες» για οικονομική εκμετάλλευση και ενός Άλλου όντος, που ζει σε αρμονία με το παν, που νιώθει κομμάτι της φύσης και όχι εξουσιαστής της, εκείνου που κάποτε ήταν και ανθρώπινο και τώρα πια μοιάζει εξωγήινο. Την φύση αυτή ο Cameron την κινηματογραφεί λατρευτικά, χωράει στα κάδρα του τον εξωγήινο οργασμό της, εξωγήινο μόνο επιφανειακά γιατί ο πλανήτης Pandora δεν είναι τίποτα άλλο από μια άλλη όψη του δικού μας πριν τον καταντήσουμε στα σημερινά του χάλια. Χονδρικά θα μπορούσε να ειπωθεί πως αν ο Malick γύριζε ποτέ ένα blockbuster επιστημονικής φαντασίας κάπως έτσι θα τo επιχειρούσε.

Πέρα όμως από το πλάσιμο ενός σαγηνευτικού άλλου κόσμου και την συγκινητική του προσήλωση στην ανάδειξη και της πιο απειροελάχιστης λεπτομέρειας αυτού του μαγικού τοπίου ο Cameron δεν ξέχασε να είναι ο σπουδαίος διασκεδαστής που όλοι ξέρουμε και αγαπάμε. Οι σκηνές δράσης είναι εκπληκτικά χορογραφημένες, η πλοκή ρέει ασταμάτητη από «κοιλιές», ο σκηνοθετικός ρυθμός είναι άψογα μετρονομημένος παρά τη μεγάλη διάρκεια. Δεν ξεχνάς ποτέ παρακολουθώντας αυτό το κομψοτέχνημα ότι πίσω από την κάμερα βρίσκεται ο άνθρωπος που έδωσε το «Terminator», το «Aliens», τον «Τιτανικό». Γιατί η δράση συμπορεύεται με το συναίσθημα και το διασκεδαστικό του όλου θεάματος δεν παραχωρεί στο χυδαία εμπορικό. Γιατί η υψηλή ποιότητα της κατασκευής συνδυάζεται με τον στοχασμό και είναι αυτή ακριβώς η ιδιότητα του Cameron που τον κάνει εδώ και χρόνια έναν μεγάλο σκηνοθέτη. Από το ψυχαγωγικό σινεμά του δεν λείπει ποτέ ο προβληματισμός (ή σχεδόν ποτέ, το True Lies ήταν καθαρόαιμη διασκέδαση χωρίς άλλες απαιτήσεις), από την λαϊκή τέχνη που υπηρετεί δεν απουσιάζει ποτέ η καλαισθησία και η προσωπικότητα, και τελικά πιο ουσιαστική από οποιαδήποτε τεχνολογική πρωτοπορία αποδεικνύεται αυτή η μεγαλοσύνη να νιώθεις πίσω από ρομπότ, εξωγήινους, πολυβόλα και ναυάγια την αύρα του ίδιου μεγάλου καλλιτέχνη…

Γ.Σ.

Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2009

10-1 (Α.Π)

10) No Country for Old Men (2007), των Joel και Ethan Coen
Σε ένα πρώτο επίπεδο, ένα αριστοτεχνικό θρίλερ αμείωτης έντασης αλλά και εύστοχων παρεμβάσεων κωμικής ανακούφισης. Κοιτώντας όμως πιο προσεχτικά, ξεδιπλώνεται το απαισιόδοξο σχόλιο δύο δημιουργών που έχουν αναγάγει σε τέχνη την υπόγεια ειρωνεία και τον μελαγχολικό σαρκασμό. Παρελθόν, παρόν και μέλλον συγκεντρώνονται σε τρεις χαρακτήρες - καθρέφτες για την ανησυχητική πορεία ενός κόσμου που πνίγεται σε ένα αδιευκρίνιστο σκοτάδι. Χωρίς από μηχανής θεούς ή οποιαδήποτε άλλη ανώτερη δύναμη, παραδομένος στον παραλογισμό και το τυχαίο. Ακόμα και όσοι προσπάθησαν να τον κατανοήσουν, έχουν τώρα πια ξυπνήσει. And then I woke up…

9) Inglourious Basterds (2009), του Quentin Tarantino
Ο πιο δημοφιλής σκηνοθέτης της άλλης πλευράς του Ατλαντικού περιφρονεί επιδεικτικά τις συμβάσεις του καθιερωμένου σύγχρονου αμερικανικού κινηματογράφου: χορογραφημένα μονοπλάνα και λήψεις μακράς διάρκειας αντί για κοφτό μοντάζ, προώθηση της αφήγησης μέσω του διαλόγου και όχι μέσω σκηνών δράσης, φορμαλιστικοί πειραματισμοί (το «μονόπρακτο» της La Louisiane) και αδιαφορία προς κάθε μορφή πολιτικής ορθότητας. Ο Tarantino είναι ένας auteur που γεννήθηκε και ζει μέσα στο ίδιο το σινεμά, γυρίζοντας ταινίας με την άνεση που κάποιος αναπνέει. Και το Inglourious Basterds είναι το αριστούργημά του.

8) 25th Hour (2002), του Spike Lee
Πίσω από το τραύλισμα οργής που επιφυλάσσει η επιφάνεια της σκηνοθεσίας του Lee και πέρα από το πανταχού παρόν ground zero που τυλίγει την Νέα Υόρκη σαν μια μαύρη τρύπα, η 25η είναι η ώρα όπου καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε τις επιλογές μας, είναι η στιγμή που δεν μπορούμε να προσπεράσουμε, είναι το τώρα της προσωπικής ευθύνης που μας έπιασε απροετοίμαστους. Όλα όσα θα μπορούσαμε να έχουμε αλλά χάθηκαν για πάντα, θα στέκουν ως υπενθύμιση του χρέους.

7) Das Weisse band (2009), του Michael Haneke
Σε μια έξοχη εκδήλωση κινηματογραφικής διακειμενικότητας, η Λευκή Κορδέλα του Haneke γυρίζει πίσω στο χρόνο και αναζητά τις ρίζες του σκοταδιού και του απροσδιόριστου κακού που κυριαρχεί στο σημερινό κόσμο όπως αντικατοπτρίζεται στον μοντερνισμό ταινιών σαν το Zodiac και το No Country for Old Men. Δεν προσφέρει φυσικά απαντήσεις, απλά ελπίζει ότι το μάτι του θεατή θα διακρίνει τις γκρίζες περιοχές στα κοφτερά ασπρόμαυρα κάδρα του. Πρόκειται για μια ανεπανάληπτη περίπτωση πλήρως ανοιχτού κινηματογράφου, μια πραγματική επανάσταση για την έβδομη τέχνη.

6) In the mood for love (2000), του Wong Kar Wai
Δεν ωφελεί να γνωρίσεις τον κατάλληλο λίγο πριν ή λίγο μετά. Ένα βράδυ μέσα στο ταξί κίνησε το χέρι του προς το δικό της, μα εκείνη τραβήχτηκε. Και όταν αυτή έγειρε προς το μέρος του, εκείνος δίστασε. Και η ευκαιρία χάθηκε. Η στιγμή όμως έμεινε. Σαν μια ανοιχτή πληγή. Μια αγάπη υπάρχει έστω και αν δεν προσφέρει απτές αποδείξεις εκτός από ένα φευγαλέο άγγιγμα; Σε ένα κλειστό σαν κοχύλι σύμπαν εκατομμυρίων συναισθημάτων γεννημένων κάτω από το τρεμάμενο φως μιας ετοιμοθάνατης λάμπας, το πάθος γνώρισε την αποθέωσή του στα φορέματα της Maggie Cheung και στο βλέμμα του Tony Leung.

5) The Aviator (2004), του Martin Scorsese
Ο Martin επανέρχεται στο αγαπημένο του μοτίβο και χαρτογραφεί την άνοδο και την πτώση του Howard Hughes σαν ήρωα αρχαιοελληνικής τραγωδίας. Παρασυρμένος από τις διεργασίες ενός αχαλιναγώγητου μυαλού, βρίσκει την ευκαιρία να αναστήσει στο σελυλόιντ τη χρυσή εποχή του Hollywood, δείχνοντας παράλληλα το μέγεθος του προσωπικού κόστους για έναν άνθρωπο – δημιουργό. Αμίμητο σε τεχνικό επίπεδο, κατορθώνει να αιχμαλωτίσει και σε ένα βαθύτερο, προσωπικό, χάρη στην ερμηνεία καριέρας του Leonardo DiCaprio. Το Citizen Kane του νέου αιώνα.

4) Caché (2005), του Michael Haneke
Τι θα συνέβαινε εάν η συνείδησή μας κρατούσε μια κάμερα και κατέγραφε όλα όσα θέλουμε να κρύψουμε; Ο Haneke συνδυάζει την κλινική του ματιά με μία φόρμα σαφώς πιο αφηγηματική από κάθε προηγούμενη ταινία του και ξεδιπλώνει με ανατριχιαστική ακρίβεια το ζήτημα της ατομικής και συλλογικής ενοχής στο δυτικό κόσμο που χτίστηκε πάνω στη βία και το ψέμα.

3) Zodiac (2007), του David Fincher
Άμεσος απόγονος της πολανσκικής Chinatown, το αριστούργημα του Fincher είναι ένα ανεπανάληπτο επίτευγμα αφηγηματικής πυκνότητας και κινηματογραφικού εστετισμού. Μέσα από την καταστρεπτική εμμονή των τριών ηρώων του, ο σκηνοθέτης βρίσκει το όχημα για να βυθιστεί στη δική του και παρουσιάζει πλάνο προς πλάνο την πιο λατρεμένα κατασκευασμένη (και άκρως στυλιζαρισμένη) ταινία που θα μπορούσε να υπάρξει.

2) The Fountain (2006), του Darren Aronofsky
Η αγάπη μέσα στο χρόνο, όπλο και καταδίκη σε μια μάχη ανώφελη. Η άρνηση της αποδοχής σε καλεί σε απόδειξη πριν η «αρρώστια» σε προφτάσει. Από τη θέση του οδηγού, η ηχώ της προσταγής της Izzy δεσπόζει σε μια ταινία που θα μπορούσε να είναι απλώς φιλόδοξη αν δεν ήταν τόσο γεμάτη από τον έρωτα ενός δημιουργού που συνάντησε το σινεμά ακριβώς για να μας προσφέρει αυτό το μοναδικό αριστούργημα.

1) 2046 (2004), του Wong Kar Wai
Για όσους θέλουν αλλά πλέον αδυνατούν να αγαπήσουν. Για όσους δεν μπορούν να κάνουν ένα βήμα προς το μέλλον χωρίς αυτό να πλημμυρίζει από το παρελθόν. Για όσους επιζητούν απεγνωσμένα μία «άψυχη» κρυψώνα για τα μυστικά που βαραίνουν την καρδιά. Για την φωτογραφική πανδαισία του Christopher Doyle, για τις οδυνηρά λυτρωτικές νότες του Shigeru Umembayasi. Για την εύθραυστη ομορφιά της Zhang Ziyi, τα μεγάλα μελαγχολικά μάτια της Faye Wong, το αινιγματικό βλέμμα της Gong Li. Και φυσικά για το νικημένο από τη ζωή μειδίαμα του Toni Leung. Μας έχω κρατήσει για πάντα θέση στο πρώτο βαγόνι…

Α.Π.

Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2009

A Farewell to Arms

Όλα τα πράγματα, όλες οι διαδρομές, όλες οι προσπάθειες κάνουν έναν κύκλο. Που ανοίγει ή στενεύει -και πάντοτε κλείνει- κυρίως εξ’ αιτίας της σκοπιμότητας που εξυπηρετούν. Το ίδιο και η προσωπική μου συμμετοχή εδώ. Αν χάσεις την πίστη σου πως εξυπηρετείς μια σκοπιμότητα, προσωπική, ευρύτερη ή και τα δύο, τότε καλό είναι…

Βεβαίως το 25th θα παραμείνει, όχι μόνο ως εικόνα αλλά και ως χώρος φιλοξενίας όσων ενδιαφερομένων.
Ευχαριστώ τους αναγνώστες που με άντεξαν/ενθάρρυναν, όσους συμμετείχαν συγγραφικά και κυρίως τον Αχιλλέα Παπακωνσταντή, που ήταν ο μοναδικός που υποσχέθηκε και συνεισέφερε τελικά, ουσιαστικά, σ’ αυτήν την προσπάθεια.
Η.

Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2009

20-11 (Α.Π)

20) Vicky Cristina Barcelona (2008), του Woody Allen
Στα 73 του χρόνια, ο Woody διδάσκει πως με αφηγηματική λιτότητα και σκηνοθετική σιγουριά χτίζεται μια μοντέρνα κωμωδία ηθών. Με όχημα τον Juan Antonio και την Maria Elena, δύο εκ των κορυφαίων γουντυαλλενικών χαρακτήρων στην ιστορία, θα σαρκάσει τις καθημερινές μας φοβίες και τον καλά κρυμμένο μας συντηρητισμό και θα υμνήσει το πάθος σε κάθε του έκφραση.

19) The Three Burials of Melquiades Estrada (2005), του Tommy Lee Jones
Μία ιστορία άσπονδης φιλίας, μία θανατερή πορεία προς την μετάνοια και τον εξαγνισμό και ένα εξαιρετικό παράδειγμα εκμοντερνισμού του αρχαιότερου κινηματογραφικού είδους, οι Τρεις Ταφές αναδεικνύονται στο καλύτερο σκηνοθετικό ντεμπούτο της δεκαετίας, προερχόμενο από έναν παλιό καλό φίλο που, ακόμα ρομαντικός τότε, επέμενε να αναζητεί την πατρίδα του.

18) All The Real Girls (2003), του David Gordon Green
Το «All the real girls» είναι η τρανή απόδειξη ότι για να φτιάξεις μια υπέροχη ταινία, δεν χρειάζεσαι τίποτα άλλο παρά ένα αγόρι και ένα κορίτσι, αρκεί να έχεις την ειλικρίνεια να κοιτάξεις την ανθρώπινη φύση χωρίς διάθεση αποστασιοποίησης, ωραιοποιητικής ή κατηγορικής. Ένα μοναδικό κινηματογραφικό ποίημα που φέρνει το μεγαλείο του Terrence Malick στα μικρά και καθημερινά.

17) Il Divo (2008), του Paolo Sorrentino
Φιλμ – σταθμός στο πολιτικό σινεμά, η ποπ όπερα του βιρτουόζου Sorrentino αφουγκράστηκε πρώτη απ’ όλους το πολιτικό σκηνικό που αξίζει και παίρνει ο σύγχρονος δυτικός κόσμος. Με την απαιτούμενη ελαφρότητα, καθιστά τον θεατή ένοχο για την εύκολη ικανοποίησή του με άρτο και θέαμα και όταν το show τελειώνει, η προσωπογραφία της διαφθοράς (μέσω του Andreotti και, κυρίως, μέσα από τη συγκλονιστική σωματική ερμηνεία του Toni Servillo) εξακολουθεί να στοιχειώνει ως εγχειρίδιο επιβίωσης στην εξουσία και ως ένα πολύτιμό μάθημα για εκλογείς και εκλεγμένους.

16) Kill Bill (2003/04), του Quentin Tarantino
Σε μια αποθέωση σκηνοθετικής βιρτουοζιτέ, κόμικ υπερβολής και αφηγηματικής δεξιοτεχνίας, το πλήρες Kill Bill αποτελεί πριν από οτιδήποτε άλλο μια γιορτή του κινηματογράφου. Απόδειξη της αυτονομίας και της αυτάρκειάς του ως τέχνης, 240 και βάλε καταιγιστικά λεπτά στηρίζονται εξολοκλήρου σε μύθους του ίδιου του σινεμά που αναγεννώνται από τον σκηνοθέτη με το χρυσό άγγιγμα – αυτό που μετατρέπει φτηνές pop μυθολογίες σε ξεσηκωτικό πανηγύρι εικόνων, χρωμάτων και μουσικής και κορυφώνεται ιδανικά σε μια σαραντάλεπτη λεκτική αντιπαράθεση – αυθάδης διακήρυξη του ταραντινικού μεγαλείου.

15) The Banishment (2007), του Andrei Zvyagintsev
Με την εκφραστική δύναμη μιας θρησκευτικής παραβολής και την σκληρή αφήγηση μιας αρχαιοελληνικής τραγωδίας, το νέο μεγάλο όνομα του ρωσικού κινηματογράφου δημιουργεί ένα πολυεπίπεδο και εικαστικά εκθαμβωτικό φιλμ που ανταποκρίνεται και ξεπερνά τις προσδοκίες που είχε φέρει το προ τετραετίας ντεμπούτο του («Η Επιστροφή»). Η αποξένωση ανάμεσα στον Alex και την Vera συμβολίζει εκείνη του σύγχρονου ανθρώπου με τον εαυτό του και την απομάκρυνση του από τη Δημιουργό – Φύση. Ο Zvyagintsev έχει την πλήρη ευθύνη του δικού του δημιουργικού ρόλου και στο ευρηματικό και άκρως συγκινητικό τελευταίο μέρος του έργου του, επισημαίνει την επιτακτική ανάγκη να κοιτάξουμε μέσα μας και να γνωρίσουμε.

14) Mystic River (2003), του Clint Eastwood
Με ένα εκλεκτό ensemble cast να αποδίδει τα μέγιστα (Penn και Bacon δύσκολα θα φτάσουν ξανά σε τέτοια ερμηνεία), ο Eastwood στηρίζεται στο μυθιστόρημα του Dennis Lehane και ρίχνεται στα σκοτάδια με τη σιγουριά του βετεράνου και την τόλμη ενός νέου. Αφηγούμενος μια τραγωδία πρωτοφανούς σκληρότητας θα παρουσιάσει την καλύτερη ταινία μιας ούτως ή άλλως εκπληκτικής φιλμογραφίας και θα μιλήσει για εκείνες τις επιλογές που μας ακολουθούν και μας καθορίζουν για μια ζωή.

13) 3-Iron (2004), του Kim Ki Duk
Το εκκεντρικό ζευγάρι των ηρώων αποτελεί το όχημα για να αποθεώσει ο σπουδαίος Κορεάτης δημιουργός την ετερότητα ως πρωταρχικό στοιχείο του έρωτα, λίγο πριν εικονογραφήσει την εξουδετέρωσή της – τη λαχτάρα για την απόλυτη ένωση, εκείνη που σα σκιά ξεγλιστρά από τα κάγκελα της φυλακής και που ζωγραφίζεται στο μηδέν της ζυγαριάς. Υπόκωφα βίαιη, βουβά κωμική, μα απόλυτα ρομαντική, αυτή η σπουδή πάνω στην παράλληλη πορεία και στα σημεία τομής ονείρου και πραγματικότητας, μιλάει ξεχωριστά στον κάθε θεατή ακροβατώντας πάνω σε μια βαθιά συλλογική αλήθεια: είμαστε όλοι άδεια σπίτια, εγκαταλελειμμένα δωμάτια που περιμένουν να κατοικηθούν.

12) Notre musique (2004), του Jean-Luc Godard
Κόλαση – Καθαρτήριο – Παράδεισος: μια πορεία στην οποία ο Godard θα υμνήσει τη διαφορετικότητα στις μελωδίες μας, θα υπογραμμίσει την ευθύνη του δημιουργού και θα συνθέσει ένα συγκινητικό ποίημα για τις ικανότητες της δημιουργίας και της καταστροφής που συνυπάρχουν μέσα μας.

11) There Will Be Blood (2007), του Paul Thomas Anderson
Από την μία, η ιστορία ενός άνδρα, προϊόν και θύμα της εγωπαθούς και καταστρεπτικής ανθρώπινης φύσης, όπως πρώτα την είδε να κυριαρχεί τριγύρω του και έπειτα την άφησε να αναπτυχθεί μέσα του. Από την άλλη, η ιστορία του δυτικού κόσμου στον 20ο αιώνα μέσα από την συνύπαρξη και τη σύγκρουση του καπιταλισμού και της θρησκείας. Και ταυτόχρονα, η ιστορία του ίδιου του σινεμά, από το βωβό εναρκτήριο εικοσάλεπτο μέχρι τα τοπία και τη θεματολογία του κλασικού αμερικανικού κινηματογράφου. Με μια εικονοπλαστική δύναμη που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη και με την αρωγή της σπουδαιότερης ερμηνείας της τρέχουσας δεκαετίας (τουλάχιστον), ο Anderson αφηγείται όλα όσα περικλείονται ανάμεσα στην πρώτη σκηνή (η γέννηση του κόσμου) και στην τελευταία (που θα μπορούσε να αποτελεί το τέλος του) σαν μια ιστορία Αποκάλυψης.

Α.Π.

Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2009

30-21 (Α.Π)

30) Public Enemies (2009), του Michael Mann
Ταινία – σταθμός στον τρόπο που παρακολουθούμε κινηματογράφο, το Public Enemies θα μνημονεύεται ως τομή στην αφηγηματική δυναμική της φόρμας. Ο Michael Mann τολμά και φέρνει τη ψηφιακή τεχνολογία σε μια γκανγκστερική ταινία εποχής και η σύλληψη του χρόνου, των ονείρων, της ρομαντικής ματαιοδοξίας συγκεντρώνονται στο βλέμμα του Johnny Depp κάθε φορά που αντικρίζει την αγαπημένη του Billie. Bye-bye blackbird…

29) Match Point (2005), του Woody Allen
Επανερχόμενος στην ιστορία και την προβληματική του αριστουργηματικού Crimes and Misdemeanors, ο Woody χτίζει ένα πολυεπίπεδο δράμα και με όπλο μια αφηγηματική σιγουριά πρωτόγνωρη για τον ίδιο (και όχι μόνο) κινείται ανάμεσα στα είδη (από την μαύρη κωμωδία μέχρι το θρίλερ) για να επιβραβεύσει με έναν καίριο σαρκασμό την α-ηθική στάση του ήρωά του.

28) The Departed (2006), του Martin Scorsese
Ο Martin Scorsese σκηνοθετεί ένα μοντέρνο γκανγκστερικό φιλμ, ο Leonardo DiCaprio αναμετράται με τον Jack Nicholson και το Gimme Shelter συνοδεύει την εκκίνηση σε μια πορεία βίαιης απομάκρυνσης και αιματηρής επανένωσης για τις δυο πλευρές του (στην πραγματικότητα ενός) σκορσεζικού ήρωα/μάρτυρα.

27) Turtles can fly (2004), του Bahman Ghobadi
Στα σύνορα Τουρκίας και Ιράκ, μια παρέα παιδιών προσπαθεί να επιβιώσει στα συντρίμμια που άφησαν ο Σαντάμ Χουσεΐν και οι βομβαρδισμοί του Μπους του νεότερου. Με εφευρετικότητα και χιούμορ οι μέρες περνούν, αλλά η εξέλιξη είναι προδιαγεγραμμένη για τους κατοίκους αυτής της γωνιάς του πλανήτη. Και αν νομίζατε ότι τα Απαγορευμένα Παιχνίδια του René Clément ήταν συγκινητικά μέσα στην σκληρότητά τους, τίποτα δεν μπορεί να σας προετοιμάσει για το σοκ της ταινίας του Ghobadi.

26) The New World (2005), του Terrence Malick
Συνεχίζοντας από εκεί που σταμάτησε με τη Λεπτή Κόκκινη Γραμμή, ο Malick φιλοσοφεί πάνω στη θνητή φύση του ανθρώπου, ζωγραφίζοντας με μια σειρά εκθαμβωτικών πλάνων τα δίπολα έρωτας - θάνατος και φύση – πολιτισμός και μας οδηγεί στην αναπόφευκτη διαπίστωση πως κάθε βήμα προς τα μπροστά δεν μπορεί παρά να μας φέρνει πιο κοντά στο τέλος.

25) L’ Homme du Train (2002), του Patrice Leconte
Ένας συνταξιούχος φιλόλογος και ένας μεσήλικας κακοποιός, άγνωστοι μεταξύ τους, συναντιούνται στο σταθμό του τρένου. Το φαινομενικά ασήμαντο αυτό γεγονός θα οδηγήσει σε μια βαθιά φιλία, σε μια αναθεώρηση της ζωής, σε μια εκ νέου προετοιμασία για το αύριο. Και πάνω απ’ όλα, θα φέρει ένα κινηματογραφικό κομψοτέχνημα, ένα υπόδειγμα σκηνοθεσία ρυθμού και χαρακτήρων.

24) Gomorra (2008), του Matteo Garrone
Πέντε ιστορίες σκληρές και κυνικές, με ήρωες ανθρώπους κάθε ηλικίας, ζωγραφίζουν το πορτρέτο της Camorra και μαζί ολόκληρου του ιταλικού νότου που βυθίζεται στη βία, τη διαφθορά και τη φτώχεια με μαθηματική ακρίβεια. Ένα φιλμ – καταγγελία, γεμάτο σκηνές ανθολογίας χάρη στην αναμφισβήτητη δεξιοτεχνία του σκηνοθέτη του.

23) Les Chansons d’ Amour (2007), του Christophe Honoré
Ο Honoré δεν κλείνει τα μάτια του στο σκοτεινό και μελαγχολικό Παρίσι του 21ου αιώνα, ούτε προσποιείται κάποιου είδους τόλμη στην απεικόνιση της ερωτικής ζωής των ηρώων του. Εικονογραφεί απλά την ενθουσιώδη μα προβληματισμένη αγάπη, την απόγνωση της απρόσμενης απώλειας και την επανεμφάνιση της ελπίδας μέσα από τον έρωτα. Και έχει για συντροφιά τραγούδια καταπληκτικά (το ένα καλύτερο από το άλλο) και έναν σπουδαίο Louis Garrel, το εμβληματικό πρόσωπο του σύγχρονου γαλλικού σινεμά. Υπέροχο…

22) Oldboy (2003), του Park Chan-wook
Η φρεσκάδα και η επινοητικότητα στη σκηνοθεσία συναγωνίζονται τις αναπάντεχες τροπές του σεναρίου και συνθέτουν ένα φιλμ χειμαρρώδες. Ένας δεξιοτεχνικός εφιάλτης προορισμένος να συγκλονίσει αλλά ταυτόχρονα και να ανανεώσει την πίστη μας στην ικανότητα του σινεμά να ξαφνιάζει ακόμα τον σύγχρονο θεατή.

21) Yi Yi (2000), του Edward Yang
Το κύκνειο άσμα του σημαντικότερου ίσως σκηνοθέτη που ανέδειξε ο κινηματογράφος του Ταϊβάν είναι μια ταιριαστή ανακεφαλαίωση της ξεχωριστής φιλμογραφίας του. Συγκινητικό με μια ειλικρίνεια σπαραχτική, το Yi Yi αποτελεί το σημείο τομής ανάμεσα στον Renoir και τον Altman και κατορθώνει το άπιαστο: ξεπερνάει το μεγαλείο ακόμα και του A Brighter Summer Day, η σπουδαιότερη ασιατική ταινία της δεκαετίας του ’90 κατά τη γνώμη του γραφόντα.

Α.Π.

Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2009

40-31 (Α.Π)

40) Sur Mes Lèvres (2001), του Jacques Audiard
Επαναπροσδιορίζοντας τα είδη του φιλμ νουάρ και του θρίλερ, η εξαιρετική σκηνοθεσία του Audiard εγκλωβίζει τον θεατή σε μια πρωτόγνωρη, αισθητικής φύσεως ένταση, έτσι όπως η κάμερά του σαγηνεύεται από τις λεπτομέρειες του σύμπαντος στο οποίο κατοικούν η Carla και ο Paul. Ερμηνείες αναφοράς από την Emmanuelle Devos και τον Vincent Cassel.

39) Antichrist (2009), του Lars von Trier
Επιστρέφοντας το μυστήριο της θηλυκής φύσης στο πρωταρχικό του σπίτι, ο Lars von Trier μεγαλουργεί εικαστικά και μέσα από πολυάριθμες αναφορές παραδίδει μια υποβλητική σπουδή πάνω στην απομάκρυνση του σύγχρονου ανθρώπου από τη Φύση και στην αιώνια μάχη των δύο φύλων.

38) The Wrestler (2008), του Darren Aronofsky
Εκκινώντας από όλα τα κλισέ και τις συμβάσεις του αμερικανικού σινεμά (ως καθρέφτης του περίφημου american dream) και χρησιμοποιώντας τη φόρμα ενός σκληρού και απέριττου δράματος ευρωπαϊκών καταβολών, ο ευφυής Aronofsky παραθέτει μια συγκινητική παραβολή για το δυσνόητο της σύγχρονης, πολυκωδικής καθημερινότητας. Στο επίκεντρο ένας συνταρακτικός Mickey Rourke στο ερμηνευτικό άθλο του να αντιμετωπίζεις τα προσωπικά σου λάθη σε κάθε μελανιά και κάθε σημάδι του ήρωά σου.

37) Το Λιβάδι που Δακρύζει (2004), του Θόδωρου Αγγελόπουλου
Όπως ακριβώς συμβαίνει και με τα μικρά αισθήματα και τις προσωπικές εμπειρίες, έτσι και το έπος της Ιστορίας προδίδεται από τις λέξεις, η ανεπάρκειά των οποίων είναι γνωστή στον Αγγελόπουλο και τους ήρωές του. Η ελλειπτική αφήγηση αντικατοπτρίζει τις ελλειπτικές ζωές και ο θεατής παρακολουθεί μέσα από τα μάτια της Ελένης (κόρη-μητέρα-γυναίκα) την ιστορία της Ελλάδας στον 20ο αιώνα. Εν τέλει, πρόκειται για την ιστορία όλων των ανθρώπων χωρίς σύνορα, καταδικασμένοι καθώς είναι σε διαρκή κίνηση. Το νήμα θα ξετυλίγεται πάντα και σε κάθε λιμάνι όπου κάποια Πηνελόπη θα αποχαιρετά τον Οδυσσέα της.

36) Nobody knows (2004), του Hirokazu Koreeda
Ο τρόπος που ο Koreeda ταυτίζει με μια σχεδόν ιμπρεσιονιστική διάθεση το βλέμμα της κάμεράς του με αυτό του δωδεκάχρονου Akira είναι συγκλονιστικός, καθώς ο μικρός ήρωας παρακολουθεί με μια πένθιμη αθωότητα τον κόσμο των μεγάλων να αποκαλύπτει την αποκρουστική του φύση.

35) Werckmeister Harmoniak (2000), του Béla Tarr
Βασιζόμενος για μία ακόμα φορά σε σενάριο του Laszlo Krasznahorkai (από μυθιστόρημα του ιδίου), ο κορυφαίος Ούγγρος σκηνοθέτης παρακάμπτει ξανά κάθε συμβατική έννοια αφήγησης προς όφελος μίας πραγματικής σύλληψης του χρόνου και παραδίδει ένα αφοπλιστικό ποίημα για τις συνέπειες της δημαγωγίας και της τυφλής υπακοής της μάζας.

34) Lust, Caution (2007), του Ang Lee
O κύριος Yee και η Wong Chia Chi θα βρεθούν απροετοίμαστοι να αντικρίζουν το μετέωρο της ύπαρξής τους – χαμένοι στις μεταμφιέσεις στις οποίες εξαναγκάζονται υπηρετώντας μία (κάποια) ιδέα. Ο Ang Lee θα διευθύνει την πτώση τους, σαν μαέστρος σε μια όπερα για ανθρώπινες μαριονέτες.

33) Eloge de l’Amour (2001), του Jean-Luc Godard
Διανύοντας την πέμπτη δημιουργική δεκαετία του, ο Γκοντάρ παραδίδει το σπουδαιότερο, ίσως, φιλμ του αντι-αφηγηματικού κινηματογράφου που ο ίδιος καθιέρωσε και υπογραμμίζει τη σημασία της μνήμης και του «ονόματος» σε έναν κόσμο παραδομένο στους αδίστακτους κανόνες της καπιταλιστικής οικονομίας. Il ne peut y avoir de résistance sans mémoire.

32) Before Sunset (2004), του Richard Linklater
Δέκα χρόνια μετά τη Βιέννη, ο ρομαντισμός μάζεψε τις βαλίτσες του και ετοιμάζεται να αποχωρήσει, την ώρα που ο κυνισμός χτυπάει την πόρτα καλοαναθρεμμένος. Τα μεγάλα όνειρα έγιναν μεγάλες αποφάσεις που βαραίνουν και οι μικρές απολαύσεις είναι πλέον ασήμαντες λεπτομέρειες που στοιχειώνουν. Είναι άραγε πολύ αργά για να αγαπήσεις, για να υπάρξεις; Linklater, Delpy, Hawk και το διαλογικό σινεμά συναντά εδώ την κορύφωσή του.

31) Code Inconnu (2000), του Michael Haneke
Εγκαταλείποντας την καθοδήγηση του θεατή (με απώτερο στόχο την τιμωρία του) του Funny Games, ο Αυστριακός φιλόσοφος/σκηνοθέτης επιστρέφει στη λογική των 71 Συμπτώσεων. Απλώνει στον (αντι)αφηγηματικό του καμβά στιγμιότυπα καθημερινότητας και χωρίς να δίνει απαντήσεις, καλεί τον κάθε θεατή ξεχωριστά να αποκρυπτογραφήσει τον κώδικα στον οποίο υπακούει η ατομική και η συλλογική Ιστορία.

Α.Π.

Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2009

50-41 (Α.Π)

50) L’ Emploi du Temps (2001), του Laurent Cantet
Με την αρωγή μιας συγκλονιστικής πρωταγωνιστικής ερμηνείας, ο Cantet αποδεικνύει πως το πιο καίριο σχόλιο πάνω στους μηχανισμούς και τις επιπτώσεις της σύγχρονης οικονομίας μπορεί να εμφανιστεί μονάχα με τους όρους ενός υπαρξιακού δράματος.

49) The Return (2003), του Andrei Zvyagintsev
Η ξαφνική επιστροφή του, για χρόνια απόντα, πατέρα οδηγεί δυο αδέλφια σε ένα αποκαλυπτικό ταξίδι ενηλικίωσης. Στήνοντας ένα σκηνικό βιβλικών και μεταφυσικών απόηχων, ο Zvyagintsev θα απογειώσει το ντεμπούτο του σε ένα επίπεδο αλληγορικό και θα συγκινήσει απρόσμενα ζωγραφίζοντας σε αξέχαστα κάδρα την θυσία δυο παιδιών που εγκαταλείπουν την αθωότητά τους στα νερά μιας λίμνης.

48) Good Night, and Good Luck (2005), του George Clooney
Με το κομβικό εύρημα της αντιπαραβολής των πλάνων του αληθινού ΜακΚάρθι με εκείνα του ηθοποιού Strathairn, ο Clooney αξιοποιεί υλικά κατεξοχήν κινηματογραφικά για να αναδείξει την καθαρότητα της θέσης του: την ανάγκη για δημοσιογράφους / ανθρώπους σαν τον Edward R. Murrow στη σημερινή εποχή της ατολμίας και της συγκάλυψης.

47) A Guide to Recognizing Your Saints (2006), του Dito Montiel
Αμετανόητα σκορσεζικό αλλά αναμφισβήτητα προσωπικό, το Εγχειρίδιο Αναγνώρισης Αγίων δεν είναι μια ακόμα ιστορία ενηλικίωσης αλλά μια δυνατή μαρτυρία των αισθημάτων που εμφανίζονται σαν κοιτάξεις στο παρελθόν. Ο Shia LeBeouf οδηγεί ερμηνευτικά και μας μεταφέρει την μυρωδιά, τους ήχους και την ατμόσφαιρα της Νέας Υόρκης τη δεκαετία του ’80.

46) Children of Men (2006), του Alfonso Cuaron
Οι Quaron και Lubezki παραδίδουν μαθήματα σκηνοθεσίας και δημιουργούν το απόλυτο μελλοντολογικό θρίλερ. Πριν παρασυρθούν σε μεσσιανικά πρότυπα και στην απαραίτητη για τον μύθο ηρωοποίηση, κατασκευάζουν μια εύστοχη πολιτική αλληγορία και αφήνουν το μέλλον να μοιάζει απειλητικά με το παρόν.

45) The Circle (2000), του Jafar Panahi
Απαγορευμένο στο Ιράν, η κορυφαία στιγμή στην μέχρι στιγμής καριέρα του Panahi είναι πολύ περισσότερα από ένα φεμινιστικό φιλμ: είναι γνήσιο, καίριο και οξύ πολιτικό σινεμά διαποτισμένο από την ουμανιστική διάθεση ενός καλλιτέχνη σπάνιας ευαισθησίας.

44) Le Silence de Lorna (2008), των Jean-Pierre και Luc Dardenne
Χωρίς κανένα συμβιβασμό στη γνωστή νατουραλιστική γραφή τους, οι Dardenne αποφασίζουν να δοκιμάσουν ένα σινεμά πιο αφηγηματικό και ταυτόχρονα να αγγίξουν τα χωράφια του σασπένς, με απόλυτη επιτυχία. Έτσι, και με τη βοήθεια ενός εξόχως συμβολικού φινάλε, αναδεικνύονται μια και καλή στους ποιητές των αδυνάμων και των αφανών – εκείνων που η Ιστορία παρέσυρε στο πέρασμά της αναγκάζοντάς τους σε μια ένοχη σιωπή.

43) L’ Instinct de Mort / L’ Ennemi Public no 1 (2008), του Jean-Francois Richet
Αν η ελλειπτική αφήγηση έμοιαζε αναπόφευκτη επιλογή στο χρονικογράφημα του σημαντικότερου Γάλλου γκάνγκστερ της πρόσφατης Ιστορίας, ο Richet δεν αποφεύγει απλώς τις παγίδες της, αλλά αριστεύει σκηνοθετώντας χωρίς ανάσα, από το ασταμάτητο μοντάζ του πρώτου μισού μέχρι το σοφό χαμήλωμα των ρυθμών στο φινάλε. Αφήνει τον Cassel να ξεσαλώσει, συμπαθεί τον ήρωά του χωρίς όμως να διστάζει να τον εκθέσει όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο και τελικά παραδίδει ένα σινεφιλικό θρίαμβο που δε χορταίνει να καλύπτει διαρκώς την απόσταση ανάμεσα στο σινεμά του Scorsese και εκείνο του Melville.

42) Uzak (2002), του Nuri Bilge Ceylan
Ο Μαχμούτ, ο Γιουσούφ και η Κωνσταντινούπολη. Εγκλωβισμένοι στις παγωμένες αποστάσεις, κάθε προσπάθεια εξόδου από τη μοναξιά συντρίβεται κάτω από μια χωρίς επιστροφή παραίτηση στο αδυσώπητο πέρασμα του χρόνου. Το φιλμ που πλησίασε το (άπιαστο) μεγαλείο του Antonioni μέσα στα 00’s από έναν σπουδαίο δημιουργό.

41) Brokeback Mountain (2005), του Ang Lee
Η συναισθηματικά πλημμυρισμένη κάμερα του Lee ακολουθεί δυο κυνηγημένα αγρίμια τα οποία καμιά γωνιά του κόσμου δεν προτίθεται να φιλοξενήσει. Μόνη επιλογή η απάρνηση όσων αγάπησαν, η απάρνηση του ίδιου τους του εαυτού. Μια από τις σπουδαιότερες ερμηνείες της δεκαετίας από τον αδικοχαμένο Heath Ledger.

Α.Π.

Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2009

60-51 (Α.Π)

60) Collateral (2004), του Michael Mann
Η υγρασία του νυχτερινού Los Angeles όπως μόνο ο Michael Mann μπορεί να την καδράρει και η περιπλάνηση του μοντέρνου, μοναχικού άντρα στους δρόμους του συνδέουν θεματικά το Collateral με την αριστουργηματική Ένταση. Περισσότερο η μαρτυρία της εσωτερικής σύγκρουσης ενός ήρωα με δύο πρόσωπα (ο ταξιτζής Max και ο ψυχρός δολοφόνος Vincent) παρά ένα τυπικό θρίλερ, το φιλμ σε κερδίζει με την ειλικρινή και αμερόληπτη αντιπαράθεση των δύο πόλων της.

59) Three Times (2005), του Hou Hsiao-Hsien
Από την νοσταλγική αθωότητα της δεκαετίας του ’60, πίσω στους ασφυκτικούς κλειστούς χώρους των αρχών του περασμένου αιώνα και, τέλος, μέχρι την μοντέρνα ανία του σήμερα, η επική ελεγεία του σπουδαίου Ασιάτη στυλίστα ζωγραφίζει ένα απαισιόδοξο πορτρέτο του έρωτα, σαν μια μπαλάντα αφιερωμένη σε μια αγάπη που ολοένα και απομακρύνεται.

58) Still life (2006), του Jia Zhang Ke
Σε ένα από τα πλέον λαμπρά δείγματα του έργου της «έκτης γενιάς» σκηνοθετών στην Κίνα, το Still Life απεικονίζει τη σύγκρουση δύο κόσμων (ή καλύτερα δύο πολιτικών συστημάτων) και αντιπαραβάλλει την επίπονη και μακροχρόνια διαδικασία της δημιουργίας με τις ταχύτατες καταστρεπτικές δυνάμεις της ανθρώπινης προόδου. Δυο ήρωες σε μια μεταμοντέρνα, αντονιονική αφήγηση θα προσπαθήσουν να σηκώσουν το κεφάλι τους, καθώς το έδαφος και όσα έχτισαν σε αυτό παρασύρονται κάτω από τα πόδια τους.

57) Histoire de Marie et Julien (2003), του Jacques Rivette
Στα 75 του χρόνια ο σπουδαίος Γάλλος auteur αποδεικνύεται δεινός αφηγητής, αγκαλιάζει τις προφανείς χιτσκοκικές του επιρροές και με την αρωγή της υπομονετικής μα αεικίνητης κάμερας του Lubtchansky και της αιθέριας παρουσίας της Béart, παραδίδει μια σπουδή πάνω στη σημασία της μνήμης. Πρωτίστως όμως, όπως φανερώνει το έξοχο φινάλε, προβαίνει σε μια συγκινητική δήλωση πίστης στη δύναμη της αγάπης και της ανθρώπινης καρδιάς.

56) Broken Flowers (2005), του Jim Jarmusch
Ράθυμο και cool όπως ο ήρωας του Bill Murray στο συγκεκριμένο φιλμ, το σινεμά του Jarmusch έρχεται για μία ακόμα φορά να αποθεώσει την απόσταση έναντι του προορισμού, την αναζήτηση απέναντι στην όποια «τελείωση» και να μας θυμίσει ότι η ουσία της ζωής κρύβεται σε στιγμές ανύποπτες.

55) Ae Fond Kiss… (2004), του Ken Loach
Ο τραχύς ρεαλισμός των Loach και Laverty εδώ αναδεικνύεται σε ένα παθιασμένο δείγμα σινεμά βεριτέ, ικανό να μπερδέψει τα όρια ανάμεσα στο σινεμά και την πραγματική ζωή, και ξεχωρίζει αφενός χάρη στην (πρωτοφανή για τον σκηνοθέτη) χαραμάδα ελπίδας του φινάλε και αφετέρου χάρη στην συγκλονιστική ερμηνεία της Eva Birthistle.

54) Hunger (2008), του Steve McQueen
Δεν είναι καθόλου εύκολο να κάνεις «πολιτικό» σινεμά. Είναι ακόμα δυσκολότερο να γυρίζεις πολιτικά ταινίες. Ο McQueen το καταφέρνει από το μεγάλου μήκους ντεμπούτο του. Δεν ηρωοποιεί ανθρώπους, αναδεικνύει και δικαιώνει επιλογές. Με φόρμα λιτή, γλώσσα αληθινή και έναν πρωταγωνιστή (Fassbender) σαν το καλύτερο «μοντέλο» που ο Bresson δεν είχε ποτέ.

53) De battre mon coeur s'est arête (2005), του Jacques Audiard
Αποτελώντας την επιτομή του επιτυχημένου remake, ο Χτύπος αποκτάει τον δικό του χαρακτήρα χάρη στην αξεπέραστη αφηγηματική ικανότητα του Audiard που καταφέρνει να εντυπωσιάζει στυλιστικά χωρίς κανένα κόστος για την (συντριπτική τελικά) συναισθηματική εμπλοκή μας. Υπάρχει και ο Duris άλλωστε γι ‘αυτό…

52) My blueberry nights (2007), του Wong Kar Wai
Η απόσταση που χωρίζει το παρόν από το παρελθόν σε κάθε μας στιγμή, είναι όση και η απόσταση που προσφέρει ο πάγκος του bar σε δύο μεταμεσονύκτιους συνομιλητές μιας Αμερικής μοναχικής και συναισθηματικά έρημης. Αλλά η Elizabeth γνωρίζει πως πρέπει να περάσει απέναντι. Θα νιώσει μαζί με τους τόσο οικείους χαρακτήρες που θα συναντήσει στο δρόμο της πως είναι να φτάνεις στο τέρμα – το κόκκινο φανάρι αλλά θα επιλέξει να πιστέψει και θα καταφέρει να βρεθεί στην αντικριστή όχθη. Έτσι απλά και χαμηλόφωνα, μέσα από εικόνες ανείπωτης ομορφιάς, μελωδίες γλυκές και σιωπές πολυσήμαντες, γράφεται ένας ακόμα στίχος στο μεγάλο καρβαϊκό ποίημα.

51) George Washington (2000), του David Gordon Green
Μια παρέα μικρών παιδιών, εγκλωβισμένοι σε μια φτωχή Εδέμ, περπατούν πάνω στις γραμμές του τρένου (που να οδηγούν;) και αναζητούν περισσότερο από τον ίδιο το Θεό, την εξήγηση στα μυστήρια και στα λάθη Του. Sometimes I laugh and I smile when I think of all the great things you’re going to do. I hope you live forever… Ακούς;

Α.Π.

Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2009

70-61 (Α.Π)

70) Drabet (2005), του Per Fly
Με μια εξαιρετικά απλή σεναριακή ιδέα, η Ανθρωποκτονία ανοίγει το ζήτημα της ατομικής και της συλλογικής ευθύνης του δυτικού κόσμου και αποκαλύπτει την υποκρισία της μέσης τάξης αλλά και της ευρωπαϊκής «διανόησης» που εξαντλεί τα αριστερά της φρονήματα σε ανώδυνα λογύδρια, γνωρίζοντας καλά ότι με τις πράξεις έρχονται η ευθύνη και οι μεγαλύτερες συνέπειες.

69) Du Levande (2007), του Roy Andersson
Άλλοτε μελαγχολικές και άλλοτε ξεκαρδιστικές, οι πενήντα περίπου βινιέτες που συνθέτουν το Du Levande μοιάζουν με ένα ατόφιο δείγμα ποιητικής ειρωνείας και μαγικού ρεαλισμού, ενώ ταυτόχρονα αναδεικνύουν την μοναδική ικανότητα του Σουηδού δημιουργού να εικονογραφεί τη ζωή σαν μια λιτή και αυθόρμητη χορογραφία.

68) Behind the Sun (2001), του Walter Salles
Παλιομοδίτικος και σε στιγμές υπέρ του δέοντος μελοδραματικός, ο Σπασμένος Απρίλης (όπως είναι ο πρωτότυπος βραζιλιάνικος τίτλος του) θριαμβεύει παρά τα ελαττώματά του χάρη στην ποιητική δύναμη των εικόνων του – το παράλογο της αέναης βίας μέσα από τα ενστικτωδώς γνωστικά μάτια ενός μικρού παιδιού.

67) 21 Grams (2003), του Alejandro Gonzales Inarritu
Ο δεύτερος σταθμός της συνεργασίας των Inarritu (σκηνοθεσία) και Arriaga (σενάριο) είναι και ο πιο ασφυκτικός. Τα ασταμάτητα πισωγυρίσματα στο χρόνο με μόνιμο σημείο αναφοράς ένα τραγικό δυστύχημα βασανίζουν ήρωες και θεατές καθώς οι Μεξικανοί δημιουργοί μας θέτουν αντιμέτωπους με ακραία ανθρώπινα συναισθήματα και τη σύγκρουσή τους χωρίς καμία νότα αισιοδοξίας ή ελπίδας.

66) 5x2 (2004), του Francois Ozon
Δεν έχει νόημα να αναζητήσουμε τις ευθύνες. Φταίνε και οι δύο ή, καλύτερα, δεν φταίει κανείς. Ο Ozon δεν προσπαθεί να εξηγήσει τον λόγο που καταλήγουμε στο χωρισμό. Πρόθεσή του είναι μόνο να δείξει βήμα προς βήμα την αποκόλληση της μονάδας από το ζεύγος, την επιστροφή στην φυσική της κατάσταση. Και γνωρίζει καλά πως δεν υπάρχει happy end παρά μόνο αν διηγηθείς την ιστορία αντίστροφα.

65) Flandres (2006), του Bruno Dumont
Το σκληρό παραμύθι του τρομερού Dumont απομακρύνεται από τους άκαιρους στην εποχή μας ρομαντισμούς και μετατρέπει το αγαπημένο τριαδικό σχήμα της nouvelle vague σε μάρτυρα της μοναξιάς και της βαρβαρότητας που αποτελεί προέκταση της (ανθρώπινης) φύσης. Ένα από τα καλύτερα γαλλικά φιλμ της δεκαετίας είναι ψυχρό, απειλητικό, αποκρουστικό…

64) 4 months, 3 weeks and 2 days (2007), του Cristian Mungiu
Με εντυπωσιακή χρήση των εκφραστικών του μέσων, ο Mungiu χαρτογραφεί το εσωτερικό ταξίδι μιας κοπέλας και παράλληλα την πορεία μιας ολόκληρης χώρας (της Ρουμανίας του Τσαουσέσκου) από το παρηκμασμένο καθεστώς της υποκρισίας ως το οριστικό ξύπνημα στην πραγματικότητα. Ένα ασφυκτικό θρίλερ που κορυφώνεται σταδιακά και, σε μια ευφυέστατη πορεία από το ειδικό στο γενικό και πάλι πίσω, σε οδηγεί στη λύτρωση μέσω της σιωπής της καταληκτικής σκηνής.

63) The Brown Bunny (2003), του Vincent Gallo
Όταν δε σε χωράει η σάρκα σου, κινείσαι διαρκώς. Όταν θέλεις να τιμωρήσεις, γονατίζεις την άλλη μπροστά σου. Όταν αποζητάς να πάψεις επιτέλους να πονάς, την ταπεινώνεις. Αλλά όλα πάντα σε προφταίνουν. Και έχουν γονατίσει εσένα προ πολλού. Και ο πόνος και η ταπείνωση για πάντα δικά σου…

62) Keane (2004), του Lodge Kerrigan
Ακολουθώντας βήμα προς βήμα και ανάσα προς ανάσα τον Keane του απλά συγκλονιστικού Damian Lewis, το φιλμ μας προσφέρει μια εγγυημένα άβολη περιπλάνηση στις αχανείς εκτάσεις του ανθρώπινου μυαλού. Χωρίς να νοιάζεται για εύκολες λύσεις και σεναριακές επεξηγήσεις, προτιμά την άμεση οδό του σκληρού ρεαλισμού και μοιάζει καταδικασμένο να τυραννά το μυαλό του θεατή για πολύ καιρό μετά την προβολή του.

61) The Assassination of Jesse James by the Coward Robert Ford (2007), του Andrew Dominik
Με υποβλητική εικαστική φροντίδα και υπομονετική χαρακτηρολογική σκιαγράφηση, ο Dominic στοχάζεται πάνω στους λαϊκούς μύθους, την αιώνια ανάγκη της κατασκευής και της κατανάλωσής τους και την πλάνη που κρύβουν μέσα τους, για να δείξει το αληθινό πρόσωπο μιας χώρας που έχει κρυφθεί επιμελώς πίσω από τους μυθοπλαστικούς μηχανισμούς καταγραφής της Ιστορίας.

Α.Π.

Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2009

80-71 (Α.Π)

80) The Bow (2005), του Kim Ki Duk
Κρατώντας τον θεατή μαγεμένο με ένα μύθο φαινομενικά απλό, ο Κορεάτης δημιουργός φτιάχνει μία συγκινητική παραβολή πάνω στη σύγκρουση των γενεών και την απροθυμία του παλαιού κόσμου να δεχτεί την αναγκαιότητα της αποχώρησής του σαγηνευμένος από το κάλλος της νιότης.

79) I Heart Huckabees (2004), του David O. Russell
Συνονθύλευμα υπαρξιακών αναζητήσεων με τη μορφή εκκεντρικής κομεντί, το φιλμικό αξιοπερίεργο του David O. Russell προβαίνει σε μια όλο παράπονο κριτική προς τα διάφορα φιλοσοφικά ρεύματα που το μόνο που πέτυχαν ήταν να γεμίσουν την ανθρώπινη απόγνωση με συνειδητά αδιέξοδα. Ξεκαρδιστική screwball άσκηση διαλεκτικής με μπροστάρηδες ένα σούπερ cast από τσαλακωμένους αστέρες, βγάζει θρασύτατα τη γλώσσα προς κάθε κατεύθυνση και κερδίζει με άνεση το παιχνίδι καθώς δε φοβάται να υπονομεύσει ακόμα και τον εαυτό της.

78) Red Road (2006), της Andrea Arnold
Η βουβή και απέριττη σκηνοθεσία της Arnold, γεμάτη από υπαινικτικές χειρονομίες, οδηγεί ένα εξαιρετικά απρόβλεπτο σενάριο καθώς για αρκετή ώρα αναρωτιέσαι πόσες εκπλήξεις και πόσους προβληματισμούς μπορεί να κρύβει αυτός ο κόκκινος δρόμος προτού αποκαλύψει το μυστικό του.

77) Reconstruction (2003), του Christoffer Boe
Χρησιμοποιώντας τα απλούστερα υλικά – ένας άντρας, μια γυναίκα και ο έρωτας μεταξύ τους – το ντεμπούτο του νεαρού Δανού μας προσκαλεί σε μια ιλιγγιώδη πορεία συνεχούς αποδόμησης του σεναρίου του, αναγόμενη αφενός στις καθημερινές μας αμφιβολίες για όσα σκεφτήκαμε αλλά δεν κάναμε, αφετέρου στο ίδιο το σινεμά και την αφηγηματική δυναμική του.

76) L’ Enfant (2005), των Jean-Pierre και Luc Dardenne
Είτε το δεις σαν μια πορεία μετάνοιας και εξιλέωσης, είτε σαν μια ιστορία ενηλικίωσης, το σίγουρο είναι ότι το παιδί του τίτλου είναι ο «πατέρας» Bruno καθώς αντιμετωπίζει απότομα τις ευθύνες του και καλείται να αλλάξει στάση ζωής μέσα από τα ακανθώδες μονοπάτι που οι σπουδαίοι Βέλγοι δημιουργοί έχουν φροντίσει να στρώσουν μπροστά του.

75) My Summer of Love (2004), του Pawel Pawlikowski
Διεισδύοντας στα εσώτερα της εφηβικής ψυχής, ο Pawlikowski απλώς αγγίζει το κοινότυπο θέμα της σεξουαλικής αφύπνισης και προχωρώντας από το ειδικό στο γενικό, μας θυμίζει πως η σύγκρουση των κοινωνικών τάξεων δε θα μπορούσε παρά να εκδηλώνεται στην κατεξοχήν σχέση όπου υπολανθάνει πάντα μια μορφή εξουσίας: τον έρωτα.

74) Young Adam (2003), του David Mackenzie
Το αίνιγμα της εμφάνισης του πτώματος μιας νεαρής κοπέλας αποτελεί μοναχά την αφορμή για να κτιστεί μια ατμόσφαιρα ψυχρή και γκρίζα, εικονογράφηση της καταβύθισης ενός α-ηθικού ήρωα στη σαρκική απόλαυση και στην καταπιεσμένη ενοχή όπου κρύβεται και η λύση στο γρίφο. ‘Η μήπως όχι; Πιθανότατα η καλύτερη ερμηνεία του Ewan McGregor δίπλα σε μια εξαιρετική Tilda Swinton.

73) Code 46 (2003), του Michael Winterbottom
Συγγενεύοντας με την γκονταρική Alphaville, ο Κωδικός 46 είναι μια μικρή ελεγεία για τον καταδικασμένο έρωτα. Μέσα από μια μελλοντολογική ιστορία για συγκεχυμένες ταυτότητες και συντριπτικές μνήμες, ο ξεχωριστός Βρετανός σκηνοθέτης στέκεται στη συνάντηση των δυο ηρώων του και στα αναπόφευκτα σημάδια που αυτή θα αφήσει στις ζωές τους.

72) Crimson Gold (2003), του Jafar Panahi
Εκκινώντας με ένα εντυπωσιακό μονοπλάνο μιας αποτυχημένης αλλά θανατηφόρας ληστείας, ο Panahi βασίζεται στο σενάριο του Abbas Kiarostami και ακολουθεί σε σφιχτά καδραρίσματα την καταβύθιση ενός απλού ανθρώπου στον υπαρξιακό βάλτο και τις κοινωνικοοικονομικές ανισότητες των σύγχρονων μητροπόλεων. Το Taxi Driver της δεκαετίας μας.

71) Sweeney Todd (2007), του Tim Burton
Η αρχαία τραγωδία φοράει το ένδυμα μιας γοτθικής όπερας και δύο καταραμένοι ήρωες καταδικάζονται σε ένα γκραν γκινιόλ βίας και θανάτου μόνο και μόνο επειδή αγάπησαν. Χτίζοντας την ένταση μέσα από τραγούδια ενός απεγνωσμένου μελοδραματικού χαρακτήρα, ο Tim Burton θα διαπρέψει σε ένα περιβάλλον που του ταιριάζει όσο τίποτα άλλο και θα φτιάξει την καλύτερή του ταινία μετά το Ed Wood.

Α.Π.

Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2009

10-1 (Η.Δ)

10. YOUTH WITHOUT YOUTH (2007), Francis Ford Coppola, director
Η ολική επαναφορά μιας μεγαλοφυΐας του σινεμά, είναι από τη μια ένα κρυπτικό δοκίμιο πάνω στην φιλοσοφία της θρησκείας, της γνώσης και της αγάπης κι απ’ την άλλη μια πλουραλιστική κινηματογραφική πανδαισία ψευδοϊστορίας, μοντάζ και ρομαντισμού, που άφησε αμήχανο το λιγοστό κοινό που την είδε. Ίσως δεν είναι και για περισσότερους.

9. THE FOUNTAIN (2006), Darren Aronofsky, director
Γράφει κάπου ο Ebert πως όταν μια ταινία κοστίζει 35 εκατομμύρια αντί για 75 που υπολόγιζε ο σκηνοθέτης και κρατάει 96 λεπτά ενώ αφηγείται τρεις ιστορίες, πρέπει να περιμένουμε κάποτε ένα director’s cut.
Εγώ να πω την αλήθεια θα φοβόμουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Όχι μήπως χαλάσει η σημερινή μου εικόνα για το φιλμ, αλλά για τον ίδιο λόγο που φοβάμαι μια δεύτερη αναμέτρηση μαζί της στα τρία χρόνια που έχει παρουσιαστεί: Μην και ο φόρος της ομορφιάς και του ρομαντικού της βάθους δεν καταβληθεί από πλευράς μου. Καθόλου δεν θα το άντεχα αυτό το ενδεχόμενο.

8. DOLLS (2002), Takeshi Kitano, director
Το αυτό ισχύει και εδώ. Επτά χρόνια πριν, η μεταφορά της παράδοσης του bunraku (ιαπωνέζικο κουκλοθέατρο) σε τρεις ιστορίες, ήταν επιτακτικά αυτοβιογραφική. Σήμερα, αποφευκτέα…
Όμως τίποτα δεν μπορεί να μετακινήσει ένα ποίημα, του οποίου η υπερβολή είναι η καρδιά του, από την ακλόνητη θέση του στις σπανιότερες, και πιο απροσδόκητες, δημιουργίες αυτής της δεκαετίας.

7. FA YEUNG NIN WA (2000), Wong Kar Wai, director
Το μεγάλο σοκ των αρχών του 2000, μπορεί να διαψεύστηκε στην επόμενη μεγάλου μήκους ταινία του – που απ’ ότι διαβάζω σαρώνει στις λίστες πολλών, ωστόσο – όμως αυτό ελάχιστη σημασία έχει. Μια επίσκεψη στο παρελθόν του “αμερικανοκίνητου” Hong Kong, πλημμυρισμένου στους ήχους του Nat King Cole, τονικά προσδιορισμένου σαν τονικό συμφωνικό ποίημα σοκακιών και δωματίου του 19ου αιώνα, παστελαρισμένου και φαντασματικού, φετιχιστικά χτισμένου στην απουσία του ανθρώπου και την υστερικής ηρεμίας χορογραφημένη παρουσία ενός έρωτα που εξαφανίζει κάθε τι άλλο και σένα τον ίδιο τελικά.

6. INTO THE WILD (2007), Sean Penn, director
Μετά από ένα όργιο σπαραγμού – μιας ζωής που επιβάλλουν οι μεγάλοι, μιας εθελούσιας εξόδου, ενός αποχωρισμού από τον επίκτητο πατέρα που δεν γνώρισες, ενός διαζυγίου από το κορίτσι που δεν θέλησες, μιας οικογένειας που απέφυγες, μιας τροφής που λανθασμένα καταβρόχθισες – έρχεται η σπαρακτική νηνεμία της συνειδητοποίησης πως πολλά έχουν σημασία μόνο όταν τα μοιράζεσαι. Τότε αναλογίζεσαι πως έζησες μια όμορφη, σύντομη ζωή και αποδέχεσαι εκείνο που κανείς δεν απέφυγε. Τότε ξεκινά ένας άλλος σπαραγμός, που θα μελανιάσει για πάντα ένας μέρος της καρδιάς σου.

5. COLLATERAL (2004), Michael Mann, director
Μια, αν μου επιτρέπεται, μετα-Cronenberg εκδοχή της μεταμόρφωσης του “homo urbanus”, του ανθρώπου της μεγαλούπολης που αποκτηνώνεται, που «θυμάται» την εποχή που κυνηγούσε για να ζήσει. Αν υπάρχει κάποιος να συνδέσει το ηλεκτροφορτισμένο, κατάφωτα γυάλινο τσιμεντοτοπίο της νυχτερινής μεγαλούπολης με την μεταλλασσόμενη ύπαρξη, ενώ το ψυχολογικό τοπίο γεμίζει επαμφοτερίζουσα συμπόνοια εκ μέρους μας, αυτός είναι ο Michael Mann. Hands down.

4. ROCKY BALBOA (2006), Sylvester Stallone, director
Με διαφορά η πιο προσωπικά συγκινητική στιγμή της δεκαετίας και, πόσο ασυνήθιστο!, να μην πρέπει να παλέψεις με τους πάντες απέναντι να σου λένε πόσο κακή ταινία ήταν. Φυσικά, αν δεν έχεις τα δικά σου αντίστοιχα, η επιλογή θα μείνει ανεξήγητη. (Χαμογελώ με λίστες που βλέπω γεμάτες «ίδιες» ταινίες, λες κι από τις 50.000 ας πούμε ταινίες της δεκαετίας, όλοι είδαν τις ίδιες 300 και τους άρεσαν οι ίδιες-συνήθως δε και κριτικά ευνοημένες- 50.)
Anyway, ο Sly στο αγαπημένο του ημερολόγιο, βρήκε την αφέλεια και την αλήθεια των 30 του χρόνων, τώρα πια είναι συνταρακτική και εμπνευστική στο διπλάσιο βέβαια, ενώ πείστηκε, επιτέλους, και για την σκηνοθετική του πληρότητα.
Thanks man…

3. MILLION DOLLAR BABY (2004), Clint Eastwood, director
Σα να μην έφτανε το ευλογημένο pace κι ο αξεπέραστος σκηνοθετικός τόνος, που άνθρωποι, πλάνα και ιστορία εισπνέουν ανθρωπιά κι αντιγυρίζουν ό,τι χρειάζεσαι για να ζήσεις, έρχεται μια ανεπανάληπτη στροφή δραματουργίας στα τρία τέταρτα και το καθιστά από τις πιο μοντέρνες ταινίες που παρήγε το Hollywood στην ιστορία του.

2. MOULIN ROUGE (2001), Baz Luhrmann, director
Πρωτοποριακό και στην ουσία ανεπανάληπτο, αυτό πρέπει να είναι η φυσική ολοκλήρωση ενός κινηματογραφικού είδους που, προσθέτοντας μια μοναδική κατασκευαστική δεξιοτεχνία, μια σύνοψη της ποπ μουσικής του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα και μια αγέρωχη ρομαντική πνοή καθαρού μελοδράματος, καταλήγει σ’ ένα από τα πολιτισμικά φαινόμενα που έδωσε το σινεμά στην δεκαετία που τελειώνει.

1. GRAN TORINO (2008), Clint Eastwood, director
Η δεκαετία του ανήκει δικαιωματικά στα μάτια μου, κάτι που θα συνέβαινε και χωρίς αυτό, εξ΄αιτίας ενός συνολικού έργου στην δεκαετία που, κατά την γνώμη μου, αντιπαραβάλλεται μόνο με κείνο του Hitchcock στην δεκαετία του ’50. Μιας όμως και βρεθήκαμε στην χώρα του Gran Torino, ας πω πως εδώ υπάρχει η αυτοανακεφαλαίωση και η τελική αυτοαποδόμηση μιας Εικόνας του 20ου αιώνα – και το «αυτο» είναι όλη η ουσία. Πόσοι το κατάφεραν…

Η.Δ.

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2009

20-11 (Η.Δ)

20. ONCE (2006), John Carney, director
Οι ταινίες λίγων, μένουν πάντα ταινίες λίγων, όσο ελιτίστικο κι αν ακούγεται αυτό. Μυστηριωδώς τούτο εκθειάστηκε τρία χρόνια πριν, σήμερα δεν το θυμάται σχεδόν κανείς. Εγώ το είδα πριν μια βδομάδα και μου κατέστρεψε τη λίστα. Πως αλλιώς όμως όταν μια γυναίκα κοιτάζει έναν άνδρα «and makes him wanna be a better man» που λέει κι ο Jack στο As Good As It Gets, ή ένας άνδρας κοιτάζει μια γυναίκα σαν να κρύβονται στα χείλια της όσα κίνησες στην ζωή σου να μάθεις. Υπάρχει εδώ τέτοιο κοίτασμα ειλικρίνειας που να σου θυμίζει πως αν δεν μπορείς να είσαι αυτός που ψάχνω, μη με κοιτάζεις καν. Και υπάρχουν και τα τραγούδια του Hansard, που ο ίδιος ξέρει να φθογγίσει όπως ακριβώς τους αναλογεί. Και τι τέλος Θεέ μου..

19. SE, JIE (2007), Ang Lee, director
Εκτός από σκηνοθετική πανδαισία και σβηστό πολιτικό σχόλιο, το Se, Jie είναι πάνω απ’ όλα μια σπουδή στην γονιμοποίηση του πόθου από την αγάπη και στην απόδοση της εξακολουθητικής ήττας της επανάστασης σε απώτατα ρομαντικά αίτια, εκείνα ίσως που είναι και η ρίζα της επανάστασης καθ’ αυτής.

18. SOLARIS (2002), Steven Sonderbergh, director
Οι συγκρίσεις δεν αποφεύγονται και είναι εισβάρος του σοβιετικού φιλμ. Όχι γιατί είναι υποδεέστερη ταινία – είναι απείρως σημαντικότερη – αλλά γιατί διαθέτει μια πλήρως ανεξερεύνητη με σημερινά, προσωπικά φυσικά, μέτρα, πτυχή. Αυτήν μιας ρομαντικής ενηλικίωσης μέσα στην οδύνη της απώλειας, της ενοχής, της άρρητης θλίψης και της συναισθηματικής απονεύρωσης.

17. HABLE CON ELLA (2002), Pedro Almodovar, director
Αυτή πρέπει να είναι η πιο παράξενη εξομολόγηση ενός σκηνοθέτη, στηριγμένου στις παράξενες εξομολογήσεις. Ένας ψίθυρος αρσενικής ευαισθησίας από έναν gay σκηνοθέτη που μοιάζει ν΄αμφιταλαντεύεται (pun intended), μια μομφή στον θάνατο, μια λυρική, πολυπρόσωπη, κάποτε αινιγματική, ωδή στο ζωογόνο έρωτα (και τις ειρωνείες του) κι ένα ασπρόμαυρο παραμύθι, πλήρους ευθαρσούς ωριμότητας που εικονογραφεί την περιπτεριακή ψυαχανάλυση με τρόπο οριακού αυτοξεμπροστιάσματος.

16. CACHE (2005), Michael Haneke, director
Όσο δύσκολο είναι να γράψεις χωρίς να αποκαλύψεις καίρια «αινίγματα» του φιλμ, άλλο τόσο να πείσεις για την κινηματογραφική γοητεία ενός τόσο έντονα διανοούμενου φιλμ, που ανακαλύπτει μέσα στην λεπτομέρεια του καθημερινού, την σαρωτική εξαφάνιση της διαφορετικότητας αλλά και την κατατροπωμένη αγωνία της ύπαρξης που κείτεται κρυμμένη στις πιο ανομολόγητες αντιδράσεις και συμπεριφορές.

15. THE ROAD TO PERDITION (2002), Sam Mendes, director
Μια ιστορία της ενηλικίωσης δύο γιών, ενός που θα ζήσει τις τελευταίες, μα όμορφες και μοναδικές, στιγμές με τον πατέρα του κι ενός που τον λατρεύει και τον σέβεται μα τον κυνηγά και τον εκδικείται. Παρά την (άγια) κλασσική μορφή και το αφηγηματικό στυλ που επιτάσσει το φιλμ εποχής, τέτοιο ρέκβιεμ δεν μπορεί παρά να ενδυθεί την σιωπή και την βροχή στο ελεγειακό του φινάλε.

14. MINORITY REPORT (2002), Steven Spielberg, director
Περίτεχνο οπτικά, ανώτερο στις συνθέσεις του από το A.I. (αν και εικαστικά μοιάζει σχεδόν σαν sequel), πλήρως ενταγμένο στο χιτσκοκικό, ηθικό του περιβάλλον, εναρμονισμένο με την ανησυχία της war on terror εποχής του, το Minority ακουμπά την κορυφή σκηνοθέτη/πρωταγωνιστή, αποτυγχάνει ανεμενόμενα στα ταμεία (χάνοντας εξ’ ισου αναμενόμενα από το Lilo & Stitch, θυμάμαι, εντός Αμερικής…) κι αποτελεί ένα απ’ τα καλύτερα παραδείγματα ταινίας «μεγάλου» κοινού που η κριτική δεν άργησε τραγικά ν’ αντιληφθεί.

13. HIGH FIDELITY (2000), Stephen Frears, directors
Η υπόθεση «αν ο Woody Allen ήτανε ροκάς» είναι αβάσταχτα υπέροχη για να την αρνηθείς. Αν μάλιστα προσθέσεις ορισμένα πράγματα που ο Hornby τα γράφει στο πόδι, τον τελειοιδεώδη Cusack, τον Jack Black σε ντελίριο και τον Todd Louiso να μας θυμίζει αγαπημένους συμμαθητές, τότε μένει το αξέχαστο φαντασιοξυλίκι στον χάρε κρίσνα Robbins, με κλωτσές και ταμειομηχανές στο κεφάλι. Μήπως να έλεγα απλώς ο Λεμπόφσκι της δεκαετίας;…

12. MYSTIC RIVER (2003), Clint Eastwood , director
Μια άτυπη τριλογία με θέμα την παιδική κακοποίηση, και ό,τι αυτό συνεπάγεται, ξεκινάει εδώ. Ο Eastwood κι ο Helgeland ξαναδιαβάζουν τον Shakespeare – κι ας λέει ο πρώτος στις Κάννες πως «απλώς γύρισε μια ιστορία που του άρεσε»…
Τέτοιος φαταλισμός δεν απαντάται συχνά, το ίδιο το σινεμά ξαναγυρίζει στην εποχή που οι χαρακτήρες οδηγούσαν το άρμα με μοναδικό εφφέ τις ερμηνείες κι ένας μυστικός αέρας βασάνου, που ο Eastwood γνωρίζει καλά στο σύνολο της φιλμογραφίας του, αλλά ποτέ παρόμοια, αρχίζει να πνέει βασανιστικά εντός σου για πάντα μετά το τέλος της. Όταν ο ωρολογιακός μηχανισμός που ξεκινάει στο τέταρτο, εκραγεί στο παράλληλο μοντάζ της αποκάλυψης, δεν θα ‘χει μείνει παρά μια χειρονομία του αστυνόμου στον βασιλιά.

11. LORD OF THE RINGS TRILOGY - ειδική μνεία: THE TWO TOWERS (2002), Peter Jackson, director
Πρέπει να ομολογήσω πως την πρώτη φορά που είδα και τις τρεις ταινίες, τράβηξα από έναν σχεδόν τρίωρο, μακάριο ύπνο – που μάλιστα δεν περιείχε καν όνειρα από την ταινία και δεν διακόπτονταν από ταρατατζούμ, κλαγγές, κραυγές και Howard Shore ενορχηστρώσεις. Πραγματικά μυστηριωδώς αγόρασα τις uncut εκδοχές (τέσσερεις ώρες έκαστη) και…μολύνθηκα. Τώρα πια χωρίς πολλά πολλά, τούτο είναι η κορυφαία μυθοποιΐα των καιρών μας, αρκεί να το προσεγγίσεις όπως του αρμόζει.

Η.Δ.

Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2009

30-21 (Η.Δ)

30. UNBREAKABLE (2000), M. Night Shyamalan, director
H προσωπική μου αγαπημένη του σκηνοθέτη, συγκεντρώνει πάνω στο πρόσωπο του Willis – επίσης στην αγαπημένη μου στιγμή του στο σινεμά – όλη την μελαγχολία του ιδιαίτερου ανθρώπου που δεν ζήτησε την ιδιαιτερότητα αυτή, του προικισμένου που θα προτιμούσε τη ζωή του απροίκιστη. Την ίδια στιγμή ένα παιδί, τόσο απλά, ζητάει απ’ τον μπαμπά του να είναι σούπερμαν, και μια γυναίκα δεν είναι πια κοντά «αφού ξύπνησα μια νύχτα από κακό όνειρο και δεν σου το’πα»…
Α! Παίζει και μια ιστορία με κάτι κόμικς κι έναν real life villain που ψάχνει το αντι-ταίρι του…

29. THE OTHERS, (2001), Alejandro Amenabar, director
Λαμπρά ευρηματική αναστροφή της μυθολογίας του ghost genre, φέρει το βαρύ φωτογραφικό στίγμα του σημαντικού Javier Aguirresarobe, μα κυρίως την ευαισθησία της γραφής του Αμενάμπαρ. Που, μεταξύ άλλων, σκιαγραφεί μια επιδραστική (Orfanato) ιστορία εμμονοληπτικής μητρότητας, ενώ δεν παραλείπει to scare the holy clusterfuck out of you, για μιάμισι ώρα. Μία απ’ τις πέντε καλύτερες ερμηνείες της Kidman, επίσης.

28. INDIANA JONES AND THE KINGDOM OF THE CRYSTAL SKULL (2008), Steven Spielberg, director
Το τεστ «πόσο μαλάκας γίνεσαι μεγαλώνοντας» ήταν το περσινό κόμιστρο του Indy στις αίθουσες. Κάποιοι κριτικοί απάντησαν, λογικά, «όσο ο Harrison Ford», ευτυχώς οι πανταπαιδίζοντες εξ’ ημών είχαν άλλη γνώμη. Παίζει να ‘ναι και το καλύτερο της σειράς, είναι σίγουρα το πιο auteurίστικο για τον Spielberg, άλλα πάνω απ’ όλα είναι σίγουρα εκείνο που για μια χρόνια ακόμη με ησύχασε πως η γη εξακολουθεί να γυρίζει κανονικά, οι εξωγήινοι είναι ολούθε και τα κλασσικά εικονογραφημένα του σινεμά δεν ξεθώριασαν ακόμη. Hats off to Indy everyone!

27. CASINO ROYALE (2006), Martin Campbell, director
Η σειρά του Bond μπορεί να είναι ό,τι εμπορικότερο ανέδειξε το βρετανικό σινεμά, μπορεί πολλοί να το απορρίπτουν σαν προτεκτοράτο ενός καπιταλιστικού σινεμά και των παρελκόμενών του. Η άλλη όψη είναι πως διακρίνει μια πολύ ειδική μερίδα σινεφίλ ανδρών που ζούνε το δικό τους φαντασιωτικό παραμυθι – και they prefer things that way. Εδώ ο λόγος αυτής τους της φαντασίωσης αναγεννάται πλήρως, συνεπικουρούμενος μιας από τις ωραιότερες ιστορίρες αγάπης που είδανε στην δεκαετία.

26. L’ HOMME DU TRAIN (2002), Patrice Leconte, director
Θέλει ένα ειδικό κινηματογραφικό νευρώνα σε λειτουργία για να βάλεις τον Rochefort απέναντι στον Hallyday, είναι κάτι σαν να χρησιμοποιούσες τον Αθηνόδωρο Προύσαλη απέναντι στον Παπακωνσταντίνου και να περίμενες το κοινό να το χάψει. Τα ετερώνυμα όμως κουβαλούν μια ιδιαίτερη έλξη, κάποτε θέλουν να συμβαδίσουν. Κι οι φορτισμένοι αντίθετα άνθρωποι μπορεί να βρεθούν να χρειάζονται όχι μόνο ο ένας τον άλλον, αλλά ο ένας την ζωή του άλλου. Μπας και βρουν την δικιά τους Avalon. Βέβαια τέτοιο κλέψιμο η ζωή δεν το σηκώνει, τουλάχιστον όχι για όλους, την ώρα που ο Leconte κινηματογραφεί με ζηλευτή απλότητα τα διαστήματα που προσπαθούμε να γεφυρώσουμε.

25. ΤΗΕ QUIET AMERICAN (2002), Phillip Noyce, director
Πάντα τυχερός στις κινηματογραφικές μεταφορές του ο σπουδαίος Graham Greene (Brighton Rock, End of the Affair, Third Man, Our Man in Havana), τυγχάνει εδώ μιας ειδικής, αριστουργηματικής μεταχείρισης. Το ερωτικό τρίγωνο των ανθρώπων, γίνεται το πολιτικό τρίγωνο των χωρών, η σχέση του Caine με τον Fraser, ένα κλονιστικό δείγμα ανδρικής φιλίας, εν μέσω σύγκρουσης για μια γυναίκα και αντικρουόμενων συμφερόντων. Η σκηνοθεσία-έκπληξη του Noyce, βρίσκει έναν αξέχαστο σύμμαχο στο κουρασμένο πρόσωπο του Michael Caine, που στοιχειώνει ολάκερο το φιλμ με το σπαρακτικό, υγρό παραιτημένο του βλέμμα.

24. KING KONG (2005), Peter Jackson, director
Από την σημειακή χρήση λέξεων του Ρομαντικού λεξιλογίου, ως την εκπληκτικής ατμοσφαιρικότητας νυχτερινή αναχώρηση του πλοίου κι από την σταδιακή είσοδο στον ομιχλώδη άλλο κόσμο της Νήσου του Κρανίου στην μετάβαση στην καρδιά του ερέβους της μοντέρνας μεγαλούπολης, ο Kong είναι πόνημα που οφείλει στον 19ο αιώνα του Ρομαντισμού και στον 20ο του κινηματογράφου, όλο του το είναι. Ο έρωτας ενός γιγάντιου γορίλα για μια μικροσκοπική ξανθιά είναι εξωφρενικός, σχεδόν όσο και τα κλαμμένα μάτια μας στο αυτοκτονικό «φφφουπ» του αφήματος του Kong απ’τον ουρανοξυστικό ανδρισμό του.

23. MASTER AND COMMANDER (2003), Peter Weir, director
Μια γιορτή σινεμά εκτυλίσσεται ανάμεσα σε διαβασμένες αναφορές αγγλοσαξονικής λογοτεχνίας και Διαθηκικών αφορισμών. Γιορτή που ο ακριβοθώρητος Weir στήνει ανάμεσα σε δύο κόσμους, τέχνης και στρατιωτικής πολιτικής, φιλίας και έρωτα, λογικής και πρόληψης, αρχοντιάς και διοίκησης. Τα δίπολα αποδεικνύονται σχεδόν αδιαπέραστης σταχυολόγησης, ο πολιτισμός μας κουβαλά πάντα το προπολιτισμικό του παρελθόν κι όλ’ αυτά μέσα από μια κινηματογράφηση πιο πολύ επηρεασμένη απ’ την ζωγραφική του 18ου αιώνα, παρά τις ναυτικές περιπέτειες του ’30..!

22. VICKY CRISTINA BARCELONA (2008), Woody Allen, director
Βλέποντάς το είχα διαρκώς την άισθηση ότι ο Woody το ξαναβρήκε και μαζί του βρήκα και γω κάτι που το είχα ξεχασμένο. Έμαθα ότι είναι πάντα εκεί, η ταινία τρεις φορές έκτοτε μου το έχει υπενθυμίσει κι η ζωή μου βρήκε ξανά έναν δρόμο. Άλλη κριτική δεν μπορώ να κάνω από δω. Τραβάτε στο κείμενο.

21. ZODIAC (2007), David Fincher, director
Ένα έξοχο, σκοτεινό, αδιαπέραστο ταξίδι στην εμμονή, την αυτοεγκατάλειψη, την πληροφορία και την άγνοια. Αν είχε το συναίσθημα του Pledge θα έλεγα πως κι εδώ υπάρχει η διαπίστωση της απουσίας του Θεού, αλλά δεν σε νοιάζει, οι χαρακτήρες δεν σε νοιάζουν. Η ουσία εδώ βρίσκεται στο θεϊκό, άνωθεν βλέμμα του σκηνοθέτη-δημιουργού, που κινεί τα πιόνια σε μια ξένη παρτίδα απλά και μόνο επειδή έχει το απίθανο ταλέντο να το κάνει. Μια ταινία με θέμα το σινεμά και την σατανική δύναμή του να συσκοτίζει – και να γουστάρεις.

Η.Δ.

Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009

40-31 (Η.Δ)

40. THE WAR OF THE WORLDS (2005), Steven Spielberg, director
Εν αρχή ην ο λόγος και πράγματι ένας σπουδαίος σεναριογράφος, ο David Koepp (Carlitto’s Way, Lost World, Panic Room) μπορεί να συμβάλλει μέγιστα στην όσμωση ενός αμιγούς blockbuster σε εδάφη καθαρής αλληγορίας. Ο Spielberg εξακολουθεί πάντα να χαράζει το έδαφος πάνω στο οποίο το ψυχαγωγικό σινεμά ενηλικιώνεται χωρίς να μεγαλίζει κι εδώ στοιχίζει μια ογκώδη μεταφορά του τι θα πει να τρομοκρατείσαι, να βομβαρδίζεσαι και να τρέχεις. Συνάμα, η διάλυση της οικογένειας μοιάζει εδώ και αίτιο ψευτοπαλλικαρισμού και στρατολαγνείας.
Υπάρχουν εικόνες φυσιογνωμικής απόγνωσης και ποίησης πλήθους σε τούτο, που μοιάζουν παρμένες περισσότερο απ’ τον Αγγελόπουλο παρά τον, αγαπημένο του Steven, David Lean.

39. THE THREE BURIALS OF MELQUIADES ESTRADA (2005), Tommy Lee Jones, director
Εκείνο το ειδικό γονίδιο που «προστίθεται» στην κούνια ειδάλλως χαιρέτα το (και μας), το υπεύθυνο μιας αυτοαναγόρευσης σε ηθικό, αφοσιωμένο, αυταπαρνούμενο άνδρα, ο Jones πρέπει να το ‘χει τριπλό σαν τ’ όνομά του. Δεν έχουν μείνει πολλοί, ο πατέρας Clint, ο Haggis, ο Redford, o Helgeland, ο Mann (του Insider…) και δαύτος, ίσως και λίγοι ακόμα.
Θέλω να πω η επιλογή της ιδέας να κάνεις σκηνοθετικό ντεμπούτο στα 59 σου, με την ιστορία μιας φιλίας που πρέπει, εντελώς ομηρικά, να εξιλεωθεί κι ενός ανερμάτιστου που πρέπει να μάθει να πληρώνει τις συνέπειες της καθημερινής μαλακίας του, δεν είναι και το πιο αναμενόμενο…

38. BROWN BUNNY (2003), Vincent Gallo, director
Αυτοαπορροφημένο, ενοχλητικά αυτάρεσκο για 85 λεπτά, αυνανιστικά ιδιοσυγκρασιακό (πάντα υπό αγγελικό soundtrack, ωστόσο), το Brown Bunny εκρήγνυται ατομικά στο φινάλε του κι από κει και πέρα διαστέλλεται σεισμικά εντός σου μέχρι που να μην αντέχεις τον εαυτό σου χωρίς αυτό. Στο ενδιάμεσο νοιώθεις ανεκδιήγητο κάθαρμα που διαισθάνεσαι πως αν είχες το ταλέντο και τα κότσια του Gallo, θα γύριζες ακριβώς την ίδια ταινία.

37. FINDING NEMO (2003), Andrew Stanton, Lee Unkrich, directors
Δεν θα περίμενα ποτέ πως ένα animated μπορούσε να συναγωνισθεί τον Dumbo, το Alice in Wonderland ή ότιδήποτε από την δεκαετία του ’40 της Disney. Όντως αυτό δεν μπορεί να συμβεί, αλλά υπάρχει πλέον συγκάτοικος. Τέτοια χάρη, τόση πλάκα και αυτή ακριβώς η παιδικότητα ανενόχλητη από την τεχνολογική extravaganza, συνιστά μεφιστοφελικό αδίκημα.

36. NO COUNTRY FOR OLD MEN (2007), Joel & Ethan Cohen, directors
Μέσ’ από την πλάκα και την θριαμβική θεώρηση της ανθρώπινης χαζομάρας, οι Κοέν για δεύτερη φορά εδώ (η πρώτη ήταν το Μεγάλος Λεμπόφκσι) σοβαρεύουν τις απώτερες συνέπειες του έργου τους συναρμολογώντας στον στοχασμό τους πάνω στην εξέλιξη των μύθων στην εποχή μας μια βαθιά, πικρή και μάλλον εσχατολογική αντιμετώπιση ενός κόσμου που ο Θεός εγκατέλειψε.

35. THE MIST (2007), Frank Darabont, director
Ο Darabont λατρεύει το σινεμά κι ο Stephen King τον Darabont. Βέβαια όπως γνωρίζουμε απ’ τους καιρούς της κιουμπρικικής Λάμψης, ο King πιστεύει στον Θεό κι αυτό συνήθως (όχι πάντα) είναι πρόβλημα για το σπουδαίο σινεμά. Έτσι ο Darabont, που ξέρει καλύτερα απ’ τον King, αλλάζει την Παναγία του φινάλε του ομώνυμου βιβλίου του συγγραφέα και ολοκληρώνει με βομβαρδιστικό τρόπο ένα ασυναγώνιστο morality play που φορά την λυκοπροβιά ενός ντελιριακού horror.
Πανάξιο τέλος για την Gay Harden, μην το ξεχάσω.

34. CAST AWAY, (2000), Robert Zemeckis, director
Η τελευταία ταινία του Ζεμέκις στον κόσμο τούτο – διότι αυτό που κάνει τώρα είναι περισσότερο ένας τεχνοεκφραστικός πειραματισμός σε μια, ενδεχομένως, μελλοντική μορφή κινηματογράφου – έχει το touch της μεγάλης ταινίας. Εκείνης που ενώ ποντάρει όλα της τα υπάρχοντα σε μια μονομανή ιστορία επιβίωσης κερδίζει τους λίγους με την υπέροχη coda της, εκεί που πληροφορείσαι πως η ζωή κάποτε δυσκολεύει περισσότερο κι από ένα ερημονήσι κι οι επιλογές τότε στοιχίζουν εξ’ ίσου, αν όχι και περισσότερο. Η τρίτη (τέταρτη, πέμπτη…) ηχηρά μεγάλη ερμηνεία στην ιστορία του πρωταγωνιστή της.

33. MATCH POINT (2005), Woody Allen, director
Χωρίς να είναι κινηματογραφικά πρωτότυπο ή γουντιαλενικά πρωτάκουστο, το Match Point έχει την θέση που είχε το Husbands and Wives 13 χρόνια πριν από αυτό. Είναι μια συνολικά απρόσμενη ταινία, που μοιάζει βεβαρυμένη από έναν Άλεν κυνικότερο του συνήθους, βασανιζόμενο από μια εξακολουθητική τυραννία επίγνωσης πως σ’ έναν αήθη κόσμο, όλα τελικά δεν μπορούν να είναι τίποτα περισσότερο από μια υπολογισμένη συγκυρία.

32. AVIATOR (2004), Martin Scorsese, director
H δεύτερη καλύτερη δουλειά του στα 00ς – η πρώτη είναι το No Direction Home, αλλά δεν βάζω ντοκιμαντέρ – αποψύχει γοητευτικά το πολύπαθο είδος του biopic και το εμβαπτίζει σε λατρεία για το σινεμά σε τέτοιο βαθμό, που να μπλέκει στην συνταγή την πιο μερακλίδικη πτυχή της ζωής του. Kαταλήγει έτσι να φτιάξει στα 00ς εκείνο που έκανε τις τρεις προήγουμενες δεκαετίες με τον Ταξιτζή, τον Τελευταίο Πειρασμό και το Kundun. Όπως έχω πει και αλλού, πραγματικό κρίμα να πέσει στην χρονιά του Million Dollar Baby, άξιζε να έχει πάρει εδώ το (εξοργιστικά καθυστερημένο) πρώτο του σκηνοθετικό όσκαρ.

31. IN THE VALLEY OF ELAH (2007), Paul Haggis, director
Υπάρχει μια σκηνή στην Λεπτή Κόκκινη Γραμμή (της επίθεσης στον καταυλισμό των Ιαπώνων) που συνοψίζει ό,τι μπορεί να ειπωθεί για το ανείπωτο του πολέμου και την κάνει την καλύτερη αντιπολεμική ταινία όλων των εποχών.
Εκείνο που ανακαλύπτει ο πατέρας στην πορεία της διερεύνησης της εξαφάνισης του γιού του από το στρατόπεδο, είναι πως η λεπτή κόκκινη γραμμή καταπατήθηκε. Τρώμε ο ένας τον άλλον και δεν δείχνει να θορυβείται κανείς. Κι επιτρέπουμε στην «πατρίδα» – τους οικονομέτρες της δηλαδή – να προτάσσει την σημαία σαν λάφυρο και προτροπή του κανιβαλλισμού. Ο Πατέρας αναποδογυρίζει την σημαία στο συνταρακτικό φινάλε. Κι αυτό σημαίνει Βοήθεια - προς όποιον μπορεί να νοιαστεί και να προστρέξει.

Η.Δ.

Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2009

50-41 (Η.Δ)

50. RAMBO (2008), Sylvester Stallone, director
Πίσω από το μονολιθικό physique, την βαρύθυμη κίνηση και τον ερεβώδη βρυχηθμό ανασαίνει το Θηρίο, η αποτύπωση της Βίας στον καθένα μας ξεχωριστά και στο σινεμά το ίδιο. Μπορείς να λοιδωρήσεις τον μονολεκτισμό που δεν αντιλαμβανέσαι ως το διαζύγιο της Φύσης με τον Λόγο - κανείς δεν θα σου ρίξει τη σφαλιάρα σου. Στο τέταρτο και χαρακτηριστικά ανώτερο μέρος της σειράς, ο Stallone με καντάρια καλλιτεχνικού εγωϊσμού στη φαρέτρα του αποδεικνύεται περισσότερος από υποτυπώδεις επαγγελματίες θεατές – ευτυχώς η Ευρώπη, έστω και αργά το κατάλαβε – κι εκπληρώνει κυκλικά την δαντική πορεία του ήρωά του.

49. THIRTEEN DAYS (2000), Roger Donaldson, director
Στην πολλή κουβέντα που γίνεται γύρω απ’ το τι είναι πολιτική ταινία, ξεχνάμε την ταινία που περιγράφει με εξονυχιστική ακρίβεια, αλλά και οικονομία, την διαδικασία λήψης πολιτικών αποφάσεων, τον φόβο εφαρμογής τους και την αναμονή των συνεπειών. Το Thirteen Days, χωρίς τους σαιξπηρισμούς του Nixon, είναι ακριβώς αυτό και, άρα, ακόμα καλύτερο στο είδος του.

48. OCEAN TRILOGY - ειδική μνεία Ocean’s Eleven (2001), Steven Sonderbergh, director
Είναι κάτι φορές που το σινεμά παίρνει το stardom παραμάσχαλα και γιορτάζει. Εδώ το πάρτι κρατάει δύο συνέχειες – αν και θα ήθελα κάθε χρόνο από ένα να πω την αλήθεια. Φανταστικό σκηνοθετικό timing, τρελλή χημεία Clooney-Pitt, Caan-Affleck, Damon (με όλους), heists to remember και, πόσο άδικο, άψογο date movie εδώ που τα λέμε.

47. THE PRESTIGE (2006), Christopher Nolan, director
Οι ανησυχίες του Nolan βρίσκουν εδώ την μεγάλη τους ολοκλήρωση, σ΄ένα θρίλερ οφθαλμαπάτης, σ’ ένα θρίλερ για το ίδιο το σινεμά. Δυο είδη μάγων, δύο είδη σκηνοθετών. Ένας…Spielberg εναντίον ενός Godard, ένας αφηγητής που φωτίζει το περιτύλιγμα για να συσκοτίσει το περιεχόμενο κι ένας αντιαφηγητής που αδιαφορεί για τη συσκευασία αρκεί να κρατήσει το αίνιγμα άθικτο. Ο πόλεμος της δημιουργίας μαίνεται πάντα…

46. ΤΗΕ PLEDGE (2001), Sean Penn, director
Δεν θυμάμαι και πολλές ταινίες που να αποτύπωσαν την απουσία του Θεού, καλύτερα από τούτο το βάναυσα παραμελημένο έργο του αψεγάδιαστου Penn. Τουλάχιστον όχι από τότε που ο Bergman κατέληξε σε αυτή 46 χρόνια πριν.

45. CLOSER (2004), Mike Nichols, director
Υπό νορμάλ συνθήκες, ο Νίκολς δεν μπορεί να χωρίσει δυο γαϊδουριών άχυρα, που λεν και στο χωριό μου. Όχι να μας διαβολοστείλει σαν glossy Κασσαβέτης πριονίζοντας το γαμόκλαδο των σύγχρονων σχέσεων και προσεγγίζοντας τελικά τόσο κοντά στο πρόσωπο της σημερινής σεξουαλικής νεύρωσης, που ν΄αποκαλύπτεται πως η εφηβοακμή τελικά φεύγει μαζί με την τελευταία στύση.

44. 25TH HOUR (2002), Spike Lee, director
Πίσω απ’ την κουΐντα του clubbing του μικρογκανγκστερισμού, της υφέρπουσας φυλετικής έντασης και μιας μεγάλης τρύπας εκεί που ήταν οι (φρικαλέοι) δίδυμοι πύργοι, καραδοκεί η αιμορραγία ενός παραληρούντος τραύματος μιας ακρωτηριασμένης (πολυθρύλητης) αθωότητας, το γρονθοκόπημα πως ήρθε η ώρα να πληρώσεις τα κρίματά σου.
Εξαιρετική σάρωση του δωρεάν τοις σήμερον και λυπημένο αγνάντεμα του νέου κόσμου, όχι πια τόσο νέου πλέον.

43. THE PASSION OF THE CHRIST (2004), Mel Gibson, director
Μπορεί οι Scorsese/Schrader να το κόμισαν στο σινεμά, όμως τούτο δω δεν θα μπορούσαν να το γυρίσουν ποτέ. Χρειάζεται μια ειδική ψυχοπάθεια, που ο Gibson διαθέτει κοιτασματικά, ένα θράσος να πορνογραφήσεις την βία με Ντραγιερική προσήλωση και την auteurίστικη αυθεντικότητα να συνδυάσεις την προηγούμενη με ειλικρίνεια θρησκευτικής πίστεως αλλά και με τα υπαρξιακά βαρίδια ταύτισης του μαρτυρίου του Θεανθρώπου με το βάσανο του Ανθρώπου, σκέτο.

42. TROLOSA (2000), Liv Ullmann, director
Δέκα ταινίες και μια κόρη αργότερα, η Ullmann δικαιούται να παίρνει ένα σενάριο του άρχοντα της ψυχοεγκατάλειψης Bergman και να το δρομολογεί αριστοτεχνικά στην μεγάλη οθόνη. Το φάντασμα του Σουηδού μπαινοβγαίνει ανύποπτα και διαρκώς, υπάρχει μια ρευστή αίσθηση συγγνώμης κι αμετανόητου συνάμα, ένας οδυρμός για τις πληγές που καταφέρνουμε στον διπλανό μας.
Πιο σίγουρο χέρι απ΄της Ullmann γι’ αυτήν την απεικόνιση της ηδονής και του πόνου των σχέσεων, δεν θα μπορούσα να φανταστώ.

41. DOGVILLE (2003), Lars von Trier, director
Ο σπιθαμιαίος Δανός, αυτός ο περίεργος, προκλητικός ταλαντούχος τύπος, κάτι σαν αταξίδευτος Πολάνσκι, αντιλαμβάνεται την Αμερική όπως μόνο κάποιος που δεν την έχει επισκεφθεί στην πραγματικότητα ποτέ θα μπορούσε: Σαν έναν κατάμαυρο πίνακα με χαρακιές κιμωλίας, έναν ερημωμένο, πρωταρχικό, «νέο» τόπο, τον οποίο κατοικούν οι πρωτοκλασάτοι πουριτανοί πρωτοκαπιταλιστές στους οποίους δεν αξίζει η αγαθότητα μιας νέας θρησκείας, αλλά η ανωθεν φωτιά της παλαιοδιαθηκικής κληρονομιάς τους. Αντιδραστικό και υπέροχο.

Η.Δ.

Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2009

60-51 (Η.Δ)

60. CATCH ME IF YOU CAN (2002), Steven Spielberg, director
Πέρα από κάποιες εμβληματικές του ταινίες, ο μέγας Steven γίνεται κάθε δεκαετία όλο και καλύτερος. Κι εκείνο που ανέκαθεν ήταν εκπληκτικό με δαύτον ήταν η μαγική του ικανότητα να ενδύει το σημαντικό με το αβασάνιστο, τον στοχασμό με την ψυχαγωγία. Εδώ, οι μηχανισμοί του θεάματος είναι το κλειδί, η μοναξιά των πρωταγωνιστών έχει heartbreaking στιγμές (όπως όταν ο Hanks γελά που ο Di Caprio του τηλεφωνεί Χριστούγεννα λέγοντάς του πως είναι μόνος, ενώ ο ίδιος δουλεύει καταμόναχος στα γραφεία του bureau) κι ο Spielberg, για μια ακόμα φορά, θρηνεί τον χαμό της αγαπημένης του Οικογένειας.

59. BLOOD WORK (2002), Clint Eastwood, director
Όσα είπε εδώ ο Clint τα ξανάπε ο Ινιάριτου ενάμισι χρόνο μετά στα 21 Γραμμάρια. Ο Sean Penn μυρίστηκε την απάτη και στο καπάκι συνεργάστηκε με τον γνωρίζοντα για να μην τον ξαναπούν καθυστερημένο – αρκετά άκουσε με τον «full retard» Sam…
Οι εξυπνάκηδες κολλήσανε που κατάλαβαν τον δολοφόνο στα μισά – εγώ τον κατάλαβα όταν μου τον είπε ο Clint – οι υπόλοιποι το ΄χαψαν στα περί δημιουργικής παρακμής. Την επόμενη χρονιά ο παρακμάζων τους πέταξε το Μυστικό Ποτάμι κατάμουτρα.

58. THE VILLAGE (2004), M. Night Shyamalan, director
Ο δύστυχος ινδοαμερικανός έχει ακούσει τα ανήκουστα από τούτο και μετά, αλλά εφημεροκριτική – και θεατές που την ακολούθησαν – δεν έγιναν ποτέ ξακουστοί για την κινηματογραφική τους ευδαιμονία.
Μέγιστος της λεπτομέρειας, χιτσκοκικής δυνατότητας σασπενσιονιστής (sic) και ακραιφνής παραμυθάς, εδώ μιμείται τον Serling του Twilight Zone κι εξάγει δίδαγμα αντιμισαλλόδοξο, αντεθνικιστικό και αντιγονεϊκό που σαρώνει.

57. ΤΗΕ MANCHURIAN CANDIDATE (2004), Jonathan Demme
Θρίλερ πολιτικής παράνοιας, ριμέϊκ του έξοχου φιλμ του Frankenheimer, με τον Demme σε διαβολεμένη φόρμα και με κείνα τα ζαλιστικά, αργά close up που δεν ξεχνάς ποτέ. Ίσως τελικά δεν είναι τόσο ο πόλεμος που αποκτηνώνει, όσο αυτή η βλακεία μας να τονώνουμε εκείνους που τον υποθάλπουν. Παρεμπιπτόντως: Η Streep έπρεπε να έχει τσιμπήσει ένα ακόμα οσκαράκι εδώ.

56. INSOMNIA (2002), Christopher Nolan, director
Αν ο όρος «συνειδησιακό θρίλερ» είναι καθόλου δόκιμος, τότε το Insomnia πρέπει να είναι η textbook ‘00ς εκδοχή του. Σαφώς ταινία επανειλημμένων θεάσεων, μεγαλώνει κάθε φορά βασισμένη σε μια περίλαμπρη απεικόνιση του χαμού στο μυαλό ενός ανθρώπου που δεν μπορεί ν΄απεγκλωβιστεί απ' το παρελθόν. Κολασμένα σκοτεινό, αν και λουσμένο στο αλασκανό φως, με την μοναδική πραγματικά μεγάλη ερμηνεία του Pacino στην δεκαετία.

55. HANNIBAL (2001), Ridley Scott, director
Μπαίνοντας τρομερά προκατειλημμένος εναντίον της – και πολύ πολύ επιφυλακτικός για τον ανερμάτιστο σκηνοθέτη της – δεν άργησα να συνειδητοποιήσω πως τούτο είναι μια λουσάτη, υπερστυλιζαρισμένη, μαύρη κομεντί σε φλωρεντιανό φόντο, γεμάτη αξέχαστα set pieces, (t)a(t)άκες που σε φτιάχνουν, καθαρή πρόκληση του MPAA rating (if you can’t keep up the conversation…) και φινάλε ενός από τους μεγάλους διεστραμμένους έρωτες της οθόνης. Ίσως μόνο έτσι θα μπορούσε να σταθεί δίπλα στον αξεπέραστο προκάτοχό του.

54. THE HOURS (2002), Stephen Daldry, director
Οι Ώρες μιας ταραγμένης γαλήνης, που όλα αναποδογυρίζουν στις σημασίες τους. Οι Ώρες μιας ζωής που μοιάζει να ξεγλυστρά, οριοθετημένη πάνω σε κανόνες άλλων. Οι Ώρες που αναλογίζεσαι πως οι δικοί σου κανόνες δεν εφευρέθηκαν ακόμη. Οι Ώρες που δαγκώνεις τα χείλια σου για να υπάρξεις. Και κείνες που τα δαγκώνεις για να συνυπάρξεις. Κι εκείνες που δαγκώνεσαι να νικήσεις την ορμή να πάψεις να υπάρχεις.
Οι Ώρες της προετοιμασίας. Οι Ώρες του άγχους να ευχαριστήσεις, να ευγνωμονήσεις, να δώσεις στον καθένα της ζωής σου αυτό που κέρδισε. Οι Ώρες του πάθους – που εγκλωβίζεται και της απάθειας που σε εγκλωβίζει. Οι Ώρες του παρελθόντος που σιγουρεύει το μέλλον, καθορίζοντας το παρόν. Οι Ώρες του μεταξύ μας που θες να προστατεύσεις. Κι όλο λιγοστεύουν. Οι Ώρες ό,τι έχουμε, είχαμε και ποτέ θ’ αποκτήσουμε.
Οι Ώρες της συνειδητοποίησης. Ζωή είναι κείνο που σου συμβαίνει όταν σχεδιάζεις το μέλλον σου, είπε κάποιος. Οι Ώρες της αποδοχής, των στιγμών, των βλεμμάτων, της ποίησης, των λεπτομερειών, των κενών, των αποστάσεων, των βημάτων, των διαδρομών, της μνήμης, των οσμών, των αποδράσεων, της ψυχής, του πόνου, της εγκατάλειψης, της αδυναμίας, της τελικής παραίτησης.

53. OPEN RANGE (2003), Kevin Costner, director
Είναι κάποιοι δημιουργοί που στις φλέβες τους τρέχει γουέστερν – και το ξέρουν. Ο Costner είναι ένας απ’ αυτούς, κι ας έχει κάνει μόνο δύο. Αυτό είναι το καλύτερό του, φορτωμένο δυο ήρωες συλληφθέντες ανάμεσα σε δύο εποχές, αναγκασμένους να εφαρμόσουν το πρέπον δίκαιο αλλά και να χωρίσουν ακολουθώντας ο καθένας την προσωπική του συγκυρία.

52. SLEUTH (2007), Kenneth Branagh, director
Η κριτική το κατέσφαξε, αγνοώντας αναμενόμενα τόσο το θεματικό μοτίβο του πρωτοτύπου, όσο και τον δάκτυλο Pinter στο νευροσεξουαλικό ξαναδιάβασμα της ιστορίας. Είναι ακριβώς η στιγμή που η αμήχανη κριτική ασχολείται με ευκολίες όπως οι ερμηνείες ηθοποιών, αντί με ερμηνεία κειμένου. Αναμφίβολα το καινούριο Sleuth θα χαθεί στον χρόνο, κάποιοι όμως θα ανατρέχουν σ’ αυτό όταν αναμοχλεύουν τον αιματηρό ενδοπόλεμο στο μυαλό ενός άνδρα.

51. SIDEWAYS (2004), Alexander Payne, director
Είναι κάποιοι δημιουργοί που ξέρουν να υφαίνουν τον ιστό της ανθρώπινης κωμωδίας, με μια συναρπαστική ελαφρύτητα που γεννά από μόνη της τον γλυκόπικρο σαρκασμό της ζωής. Ο Brooks είναι ένας από τους παλαιότερους, ο Payne με αυτό χρίζεται πρίγκηπας των κατάτι νεότερων.
Θα μου πεις βέβαια, Giamatti παρόντος, πάσα αρχή…

Η.Δ.

Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2009

70-61 (Η.Δ)

70. THE HILLS HAVE EYES (2006), Alexandre Aja, director
Από την δυναστευτική λαίλαπα των χείριστων horror ριμέϊκς των τελευταίων 7-8 ετών, το Hills Have Eyes δεν είναι απλά το καλύτερο, υπερβαίνει και το πρωτότυπο. Έχοντας για κέντρο σ’ αυτό το αιματοβαμμένο darting game την οικογένεια, την μετατροπή της στον σύγχρονο καπιταλισμό από θεσμό σε αξία και τον συνεπακόλουθο πλήρη κονφορμισμό των πρώην επαναστατών/νυν οικογενειαρχών, λούζει στο αίμα το μαρτύριο των επόμενων για χάρη των προηγούμενων, ακρωτηριάζει το παρόν – που στο παρελθόν ήταν το μέλλον για το οποίο όλοι κόπτονταν – και, δόξα τω Θεώ, σφάζει πριγκηπική βλακεία και ενδύματα πολιτισμού σύσσωμα και διεξοδικά.

69. VANILLA SKY (2001), Cameron Crowe, director
Μακράν πληρέστερο του ισπανικού πρωτοτύπου, βοηθούσης και της απατηλής λάμψης της ματαιοδοξίας που προσδίδει ο έξοχος Cruise, το πόνημα του Crowe έχει πολλά να πει σε κείνους που αφαιρούν γκρίζες τρίχες κάθε πρωΐ και αδυνατούν να πουν όχι όταν πρέπει και τίποτα στους υπόλοιπους.

68. TRAINING DAY (2001), Antoine Fuqua, director
Ερμηνευτική αναμέτρηση μεγεθών, ένας Washington επιβλητικά ασυμμάζευτος και μια πεζοδρομιακή, 24ωρη, κατάβαση στο έρεβος της αυτοδίκαιας μπατσοηθικής – και της περήφανης, κι ίσως κάπου αξιοθαύμαστης, έκπτωσής της. Ο Fuqua εδώ με γέμισε ελπίδες, της δικαίωσε όμως μόνο στο Lightning in a Bottle (άντε και στο King Arthur) όντας σε αργή πτώση έκτοτε.

67. CRASH (2004), Paul Haggis, director
Το για πολλούς αδικαιολόγητο Όσκαρ εκείνης της χρονιάς, μπορεί κάποτε να συγχέει το μεγαλειώδες με το στομφώδες, κι ίσως να είναι πιο επιτηδευμένο απ’ όσο αντέχουν οι όψιμοι λάτρεις του σινεμά verite. Δεν πειράζει.
Υπάρχει Altmanικός απόηχος και μάλιστα ουμανιστικά ανανεωμένος, υπάρχει η σκηνή που ο Matt Dillon σώζει την Thandie Newton και υπάρχει και το κοίτασμα ειλικρίνειας ενός μεγάλου ηθικού δημιουργού που είναι ο Paul Haggis. Να μάθεις να σου αρκούν.

66. TROPIC THUNDER (2008), Ben Stiller
M’ ένα εξαντλητικά αστείο πρώτο τρίλεπτο κι έναν Downey Jr. στον ρόλο ενός αδιανόητου αυστραλιανού μεθοδίστα, κατόχου πέντε όσκαρ, που υποβάλλεται σε εγχείρηση αλλαγής χρώματος και εν συνεχεία αδυνατεί όχι μόνο να μιλήσει αλλά και να σκεφθεί σαν λευκός, το Tropic Thunder αποκαλύπτει την κωμική ιδιοφυΐα του Stiller σε όλο της το μεγαλείο, συγκινεί που δείχνει πως το πνεύμα του Jerry Lewis αχνοανασαίνει ακόμα στους δαιδάλους των majors και, τελικά, συστήνει μια γνήσια σατιρική – και ποτέ λοιδωριστική – κωμωδία σ’ ένα μεγαλύτερο κοινό.

65. BEFORE SUNSET (2004), Richard Linklater, director
Ο συζητημένος Linklater, εννέα χρόνια μετά το Before Sunrise, συναντά ξανά τους 25άρηδες που, τώρα πια είναι 35άρηδες. Κι αυτά που συζητούν, τα γράφουν πλέον οι ίδιοι. Hawke και Delpy είναι αυτή τη φορά βαρύτεροι, μελαγχολικότεροι, αβεβαιότεροι κι όσα ο χρόνος έφερε άφησαν την γλυκιά τους πίκρα γύρω απ’ το χαμόγελο. Ο Ελύτης έλεγε πως από τα 20 στα 30 είναι περισσότερος χρόνος απ’ όσο από τα 30 στα 70.
Περίπου έτσι…

64. WO HU CANG LONG (2000), Ang Lee, director
Με μια σκηνοθεσία ονειρική, ένα ολόκληρο ασιατικό είδος παγκοσμιοποιήθηκε, μια κινηματογραφία βρήκε μια καινούρια μόδα ν’ ακολουθήσει, δυτικό κοινό και κριτική εκστασιάσθηκε κι όλοι μαζί μονοφωνήσαμε διθυράμβους για έναν από τους αυθεντικότερους εικονοκλάστες της εποχής μας.

63. THE MAN WHO WASN’T THERE (2001), Joel & Ethan Cohen, directors
Πρακτικά αλάνθαστοι στην δεκαετία των 00ς – όπως και σε κάθε άλλη δεκαετία, αφού ρωτάς – οι αδελφοί Κοέν εδώ κινηματογραφούν την μαύρη τρύπα μιας ύπαρξης, με τον τρόπο που μόνο αυτοί μοιάζουν να ξέρουν. O Bob Thornton είναι (ξανά) υποδειγματικός στον ρόλο ενός ανθρώπου υπό εξαφάνιση, υπάρχει μια ατμόσφαιρα Fargo κάπου στο βάθος, ενώ, κλασσικά, η καθαρή, κιουμπρικική ανοησία υπονομεύει κάθε κίνηση των δύσμοιρων χαρακτήρων.

62. PUBLIC ENEMIES (2009), Michael Mann, director
Ο Mann φοράει το περίεργο ρολόϊ του, που μπορεί να γυρνάει επτά δεκαετίες πίσω βάζοντας την ίδια στιγμή ξυπνητήρι για καναδύο μετά και δραματουργεί αλα ‘30ς ενώ εικονοποιεί αλά ‘030ς. Εκείνο που μένει ευλογημένα αμετάβλητο είναι ο αυτοβυθιζόμενος ανδρικός του κόσμος, ρομαντικοποιημένος όσο δεν παίρνει και κείνη η χαρισματική σινεφιλία του που αποτελεί τελικά και απόλυτο εχέγγυο κάθε κουβέντας του αναγκαίου αυτού σκηνοθέτη.

61. SPIDER (2002), David Cronenberg, director
Ο σπουδαίος Καναδός δεν τα πάει γενικά καλά όταν δεν γράφει ο ίδιος τα σενάριά του, εδώ όμως υπάρχει εξαίρεση. Ελέω ενός υποκριτικού masterclass, διεισδύει στην παραμορφωμένη ψυχή, μεταμορφώνοντας έναν αλλοτινό καφκισμό, σε εφιαλτική 21ου αιώνα αδυναμία κατανόησης, επεξεργασίας και ένταξης. Ο Dennis του Fiennes δεν είναι ο ήρωας μιας ταινίας, αλλά το δείγμα ενός πειράματος, μόνο που αυτή τη φορά ο Cronenberg ξεχνά (;) την τραγική αισιοδοξία του συνήθους σινεμά του, που θέλει τουλάχιστον τους ήρωές του να βρίσκουν μια κάποια ανακούφιση στην μετάλλαξη καθ΄αυτή.

Η.Δ.

Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2009

80-71 (Η.Δ)

80. BORAT (2006), Larry Charles, director
O Borat αντικρούει μίσος, ομοφοβία, ρατσισμό και «θεία βλακεία» με το μοναδικό όπλο που στέκει ακόμα νόμιμο. Ένα καταρρακτώδες χιούμορ τζεριλιουϊκής ανυποψίας και πλήρους ξεχαρβαλώματος, σελερσικής χωροαποξένωσης και τσαπλινικής περιφρόνησης της Αρχής. Πάσας αρχής.
Έτσι ξεκινάς από φραστική κατεδάφιση μπελουσικού τύπου και καταλήγεις στην πιο εξωφρενικά αστεία σκηνή της ιστορίας του σινεμά. Μπορεί στο ενδιάμεσο να έχει υποπέσει σε «μερικά» αδικήματα αντίστοιχης ρατσίζουσας συμπεριφοράς ή προφανούς φιλοσιωνισμού, αλλά είναι πταίσματα ενώπιον της θεματικής αποτελεσματικότητας.
Που ειδικά στο κωμικό της μέρος, σε απειλεί με πραγματική υστερία γέλιου.

79. POLLOCK (2000), Ed Harris, director
Έπρεπε να καθίσει ο ίδιος στην σκηνοθετική καρέκλα για να επιτρέψει στον εαυτό του να φανεί πόσο μεγάλος ηθοποιός είναι. Ευτυχώς, έτσι ξεκίνησε και μια μεγάλη για αυτόν δεκαετία. Ο Harris, στήνει μια σπάνια βιογραφία ενός μοναδικού καλλιτέχνη, πλησιάζοντάς έτσι όπως οι περισσότεροι κινηματογραφιστές διστάζουν: Μέσ’ από την ίδια την διαδικασία της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Για να δείξει έτσι πως οι πραγματικά σπουδαίοι δεν έχουν επιλογή, την ώρα που εμείς το μόνο που ψελλίζουμε είναι μια συγκατάβαση για την «αρρώστεια» που αντιλαμβανόμαστε.

78. WALL-E (2008), Andrew Stanton, director
Για να παραφράσω το tag line της Suspiria, το μόνο ομορφότερο πράγμα από το πρώτο τέταρτο του WALL-E, είναι τα τελευταία 85 λεπτά. Ένας ύμνος στην «ανθρωπινότητα», παιανίζει μέσα απ΄την ιστορία ενός μικρού ρομπότ μιας εγκαταλειμμένης γης. Η οικολογία όμως ανήκει στις λεπτομέρειες, βλέποντας το σινεμά του WALL-E – κι εν γένει της Pixar – είναι σα να μπαίνεις στην χρονομηχανή των πρώτων ημερών του σινεμά, ν΄ανακαλύπτεις εκείνα τα πρωτογενή που το κάνουν τόσο ελκυστικά μοναδικό αλλά και ν’ αντιπαρατίθεσαι με τον κινηματογραφικά αποξενωμένο εαυτό σου. Όποιος περάσει το τεστ, αισθάνεται ακόμη καλά.

77. THE NOTEBOOK (2004), Nick Cassavetes, director
Η βασική χαρτομαντηλοταινία της δεκαετίας, βρίκσει τον υιό Κασσαβέτη να μεταγράφει νουβέλα του καταστρεπτικού Nicholas Sparks (Message in a Bottle, A Walk to Remember, Nights in Rodanthe), βάζοντας την μαμά Gena στα μετώπισθεν κι ένα ζευγάρι τοπ νεοφερμένους (McAdams, Gosling) να μας διαλύσουν στο κλάμα. Mission accomplished στην εντέλεια φυσικά, μιας και μια ειλικρινής, ανδρική καταγραφή του αγέρωχου βάρους της αγάπης, πως ν’ αποτύχει;

76. UP (2009), Pete Docter, Bob Peterson, directors
Η παιδική συνείδηση της ανθρωπότητας (λέγε με Pixar) χτύπησε φέτος κάτω από τη μέση, κλέβοντας στα ίσα τις προεφηβικές φαντασιώσεις πολλών από εμάς, μονολογώντας ένα αρχικό τρίλεπτο σιωπηλού σπαραγμού πάνω στην (σύντομη) ανοησία που είναι η ζωή, θρηνώντας χαρούμενα πάνω στην αμνησία μας των προαναφερθεισών φαντασιώσεων, ενδίδοντας στην αέναη αγορίστικη διάθεση μιας «νέας περιπέτειας», εν τέλει καταφέρνοντας να κάνει τα συναισθήματά σου γιο-γιο επί μιάμιση ώρα που δεν θέλεις να τελειώσει. It’s only δημαγωγικό σινεμά but I like it.

75. LA PIANISTE (2001), Michael Haneke, director
Ο Haneke για μια ακόμα φορά δείχνει πως να κάνεις μια γαλλική ταινία που δεν μπορούσε ποτέ να κάνει ένας γάλλος. Η horror διάσταση υπάρχει σχεδόν παντού στο έργο του, εδώ το διαπερνά. Η φρίκη των κρυμμένων προοικονομεί το αριστούργημά του τέσσερα χρόνια μετά, η σεξουαλική νεύρωση της παρέκκλισης επιτείνει ένα δράμα σχεδόν ανυπόφορο, η παρακολούθηση είναι, όπως πάντα συνενοχική και ο κουτσομπολισμός μας ακόμα πιο φρικαλέος τελικά.

74. 4 LUNI, 3 SAPTAMANI SI 2 ZILE (2007), Cristian Mungiu, director
«Ό,τι είναι να γίνει θα γίνει μέσα εδώ», σου λέει ο 39χρονος σκηνοθέτης, «μην ελπίζεις σε από μηχανής Θεό». Κι αυτό που θα γίνει δεν αφήνει ελπίδα καμμιά, αφού υπάρχει «σκιαχτική φοβέρα και πλακωτική σκλαβιά» σε κάθε εκατοστό αυτού του ρημαγμένου τόπου. Μιας Ρουμανίας λασπόδρομων, ξυσμένων σοβάδων και μπουρζουάδικης μαρέγκας. Το όνειρο μιας ελευθερίας πεθαίνει νωρίς (τεσσάρων μηνών, τριών εβδομάδων και δύο ημερών για την ακρίβεια), κάτω απ’ το άγρυπνο βλέμμα του Τσαουσέσκου, που, ευτυχώς, δυο χρόνια μετά τον χρόνο της ταινίας βρέθηκε φαρδύς πλατύς στις τηλεοράσεις του κόσμου με μια σφαίρα στο αιμοσταγές κεφάλι του.

73. THE NEW WORLD (2005), Terrence Malick, director
Η τέταρτη ταινία σε σχεδόν σαράντα χρόνια του, με όλους τους τρόπους, σπάνιου Malick, αναδιφεί την ιστορία της Ποκαχόντας, εντρυφά στην σύγκρουση των πολιτισμών, ανακινεί για μία ακόμα φορά το αγαπημένο του θέμα της αποτυχημένης προσπάθειας του (ερωτευμένου) ανθρώπου να γυρίσει το ποτάμι πίσω και να εναγκαλισθεί το φυσικό θαύμα που τον περιβάλλει. Τέτοια δημιουργική ενάργεια σύνδεσης δύο τόσο αντιδιαμετρικών θεμάτων, δύσκολα απαντιέται.

72. LETTERS FROM IWO JIMA (2006), Clint Eastwood, director
Λογαριάζοντας το μέγεθος της παραγωγής και την επίβλεψη ενός major μεγαθηρίου (της Warner), o Eastwood πρέπει να είναι ο πιο αβίαστος και χαλαρός auteur της ιστορίας του σινεμά. Το 2006 έστησε μέσα σ’ επτά μήνες, back to back, την διλογία της Ιβοζίμα και τούτο είναι το all japanese δεύτερο μέρος. ‘Ενα μέρος γυρισμένο λες απ’ τον Mizoguchi, αποχρωματισμένο και πανέμορφο, αντιπολεμικό και φιλάνθρωπο, στοιχειωμένο απ΄τα φαντάσματα και την «βαθιά ψυχή» όλων που δεν πρόλαβαν, από τις λέξεις που έμειναν ανείπωτες. Υπνωτιστικά απλό, ζηλευτά μέγιστο.

71. ARARAT (2002), Atom Egoyan, director
Τώρα πια Τούρκοι και Αρμένιοι ξανανοίξαν τα σύνορά τους… Για την γενοκτονία λόγος ουδείς. Παρελθοντολαγνεία, φαίνεται… Κάπως έτσι η Ιστορία προχωρά, κυνικά και αναπάντητα. Στο Ararat, τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι.
Μέσα από τις αγαπημένες του κυκλοτερείς αλλά πάντα ομόκεντρες αφηγήσεις, ο Egoyan προσεγγίζει το ερώτημα της «ανεπηρέαστης» ιστοριογράφησης, σκέπτεται πάνω στην συναισθηματική εμπλοκή του ιστορικού, τρομάζει που η ουτοπία του όρους Αραράτ όλο και απομακρύνεται. Ένα εγκεφαλικό αριστούργημα μεγάλης ψυχής, μπροστά και πέρα απ’ την εποχή του, που ίσως κάποτε επανεκτιμηθεί.

Η.Δ.