Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2008

Η ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΙΑ ΜΕΡΑ (1998)

Ποιητής παράταιρος σε μια εποχή άφταστων ταχυτήτων, ο Αγγελόπουλος κάνει σινεμά από επιλογή. Απόφαση αναπόφευκτη από τη στιγμή που είδε πως ένα τράβελινγκ, μια καλά χορογραφημένη κίνηση της κάμερας, μπορεί να μας τοποθετήσει και να μας ταξιδέψει στο χρόνο όπως κανένα άλλο καλλιτεχνικό μέσο.
Στην Αιωνιότητα και μια Μέρα θα μεταφερθούμε μέσα σε ένα πλάνο, χωρίς την παρέμβαση του μοντάζ, από τα πρόθυρα του 21ου αιώνα στα μέσα του 19ου, όπου ο Διονύσιος Σολωμός ζωγραφίζει με λέξεις μπροστά στην ελληνική θάλασσα. Κανένα άλλο φιλμ δεν κατάφερε μέχρι τώρα να απεικονίσει με τέτοια αφοπλιστική απλότητα την μεγάλη αλήθεια της ζωής: το παρελθόν και το παρόν ως συγκάτοικοι αχώριστοι. Λίγο αργότερα, θα επιβιβαστούμε μέσα στο «μαγικό» λεωφορείο και θα ακολουθήσουμε τους δυο ήρωες σε μια σύντομη μα περιεκτική περίληψή της – τα όνειρα, οι επιθυμίες και ο μύθος ως φορέας της ελπίδας. Ο Αλέξανδρος (Bruno Ganz), διάσημος ποιητής, περνάει τις τελευταίες ώρες πριν την εισαγωγή του στο νοσοκομείο από το οποίο δε θα βγει ποτέ. Ο Αχιλλέας, ένα προσφυγόπουλο από την Αλβανία, αποτελεί τη συνοδεία του σε αυτές τις τελευταίες στάσεις. Ένα μικρό παιδί θα ξυπνήσει αναμνήσεις, αλλά θα φέρει και μαζί του το μέλλον, όσα ο Αλέξανδρος δεν πρόλαβε να γνωρίσει και όλα όσα δεν θα γνωρίσει ίσως ποτέ.

Το αύριο είναι μια απλή μέρα, αλλά θα είναι πάντα αύριο. Το Αύριο, όμως, είναι το αιώνια άγνωστο, ένα ερώτημα καταδικασμένο να μείνει αναπάντητο. Ο κύκλος πρέπει να κλείσει και η αίσθηση του ανολοκλήρωτου μεγαλώνει όσο το τέρμα πλησιάζει. Ο Αλέξανδρος θα αναπολήσει στιγμές ευχάριστες, πολύχρωμες, φωτεινές. Σήμερα οι δρόμοι είναι υγροί, ο ουρανός στέκει βαρύς και η ζωή αναπνέει σε τόνους αποχρωματισμένους. Περπατάει μόνος, μετρώντας το χρόνο αντίστροφα, της αιωνιότητας και μιας μέρας ξεριζωμένο φάντασμα. Το κίτρινο μπουφάν του μικρού Αχιλλέα ξεχωρίζει, φέρνει συνειρμούς. Και όταν στην παραλία της μνήμης, ο Αλέξανδρος συναντά τους ανθρώπους της ζωής του, η ξαφνική καταιγίδα θα σημάνει το συγχρονισμό του «σήμερα» με το «χθες».


Η αποστολή και ο προορισμός του καλλιτέχνη φέρνουν μαζί τους το τίμημα της μοναξιάς. Αναγνωρίζοντας όσα έχασε, ο Αλέξανδρος νιώθει την αγωνία να ενωθεί με τους άλλους. Να τους μιλήσει με μουσική και να του απαντούν με την ίδια μελωδία. Το μικρό παιδί θα του φέρει τις λέξεις που του έλειπαν. Κορφούλα - η καρδιά του λουλουδιού, η αγάπη, ο έρωτας. Αργαθηνή – το λυκόφως της ζωής. Ξενίτης – το ταξίδι ήταν εξ’ αρχής ο προορισμός. Όπως και η δουλειά του, έτσι και η ζωή θα μείνει ανολοκλήρωτη. Ο Αλέξανδρος αναγνωρίζει στον Αχιλλέα το πρόσωπο της ξενιτιάς - άλλωστε ο ίδιος χρειάστηκε να φύγει από την πατρίδα του κυνηγημένος από τη χούντα. Όπως ο Σολωμός, άσκησε την τέχνη του μακριά από το σπίτι του, μακριά από τη γλώσσα του. Ο Αχιλλέας όμως δε θα του μάθει μόνο τις λέξεις. Θα του δείξει και πώς να σταθεί σαν πέσει η αυλαία. Ο θάνατος του Σελίμ γεννάει τη νοσταλγία για τον μεγάλο κόσμο που δε γνωρίσαμε, σε μια σκηνή που σαν την αντικρίσεις δύσκολα τη λησμονείς. Εκεί που η ζωή συναντάει τον θάνατο και ο μεγάλος σκηνοθέτης – ποιητής υποχωρεί από τις κινηματογραφικές του αρχές και χαρίζει στο πρόσωπο του μικρού Αχιλλέα ένα κοντινό πιο αποκαλυπτικό για τη ζωή του Αλέξανδρου από όλα τα βλέμματα του Bruno Ganz μαζί.


Στην υπόλοιπη ταινία κυριαρχεί το βάθος πεδίου και τα πλάνα – σεκάνς που αναδεικνύουν τη σημασία του περιβάλλοντος, του τοπίου, της φύσης. Ο Αγγελόπουλος δεν παραλείπει να αφήσει το σχόλιό του για την Ελλάδα του σήμερα, τον κόσμο των (κατ’ όνομα) ανοιχτών συνόρων και την νέα Ευρώπη που μοιάζει περισσότερο με μια ήπειρο προσφύγων. Στα συρματοπλέγματα που χωρίζουν δύο πατρίδες και στο κόκκινο φανάρι όπου ο Αλέξανδρος συναντά τον Αχιλλέα, η προσωπική μας ιστορία τέμνεται με την Ιστορία. Αυτή θα συνεχίσει και χωρίς εμάς. Ίσως και εμείς να προχωρούμε χωρίς αυτήν, αν υπάρχει κάποιος να μας περιμένει στην άλλη πλευρά. Για τον Αλέξανδρο υπάρχει η Άννα. Η κάμερα θα κινηθεί αργά και θα αποκαλύψει αυτό που όλη την ώρα μας διέφευγε: και το μέλλον ζει κάτω από την ίδια στέγη, μέσα στο ίδιο κάδρο με το παρελθόν και το παρόν. Ο Αλέξανδρος θα μας γυρίσει την πλάτη και θα αφήσει τις λέξεις να συμπληρώσουν κομμάτι – κομμάτι τον χάρτη του συναισθηματικού ταξιδιού για έναν ακόμα Οδυσσέα του Θόδωρου Αγγελόπουλου.

Αχιλλέας Παπακωνσταντής

17 σχόλια:

mpoukatsas είπε...

Αναγνωρίζω την ποιητική φλέβα του Αγγελόπουλου και το ταλέντο του στη σύνθεση κάδρου, θεωρώ όμως ότι όσο πιο συναισθηματικός γίνεται, τόσο πιο αδύναμες οι ταινίες του.
Οι σκηνές που αναφέρεις μου άφησαν εντελώς αντίθετη εντύπωση. Ο Σολωμός περιφερόταν σαν βαμπίρ ψάχνοντας για λέξεις, συμβολίζοντας την αιώνια αναζήτηση του καλλιτέχνη για να εκφράσει το ανείπωτο. Ενδιαφέρουσα σύλληψη, γραφική πραγμάτωση.

Η σχέση με το αλβανάκι είναι για μένα και το πιο αδύναμο τμήμα όλης της ταινίας. Επιφανειακά αναμασήματα μιας κλισέ εικονογραφίας με αφόρητα εκβιαστικές συναισθηματικά σκηνές σαν αυτή της τελετής που όζει μπουρζουαζίδικη υποκρισία. Είναι εμφανές ότι ο Αγγελόπουλος δεν έχει καμία σχέση με τον μικρόκοσμο αυτόν, σε αντίθεση με αυτόν του ήρωα που τον κατέχει καλά. Γι' αυτό και η καθαρά υπαρξιακή συνιστώσα του έργου, το τέλος ενός Δημιουργού και ο απολογισμός των σχέσεων του (ιδιαίτερα με τη γυναίκα του) έχει μια κάποια σχετική δραματουργική δύναμη και εύστοχη κινηματογραφική εκφραστική.

theachilles είπε...

Όταν μιλάμε για συναισθήματα στο σινεμά του Αγγελόπουλου, πρέπει πάντα να έχουμε στον νου μας την προτίμησή του στους μηχανισμούς της αποστασιοποίησης, η οποία είναι εγγενής στη φόρμα που χρησιμοποιεί και στο συγκεκριμένο φιλμ (οι μακριάς διάρκειας λήψεις και, φυσικά, η απουσία κοντινών που κάνει την μοναδική εξαίρεση, στη σκηνή της τελετής που λες και εσύ, να μας έρχεται σαν απρόσμενο και υπερπολύτιμο δώρο).

Αυτή η απόσταση έχει ως αποτέλεσμα οι χαρακτήρες να γίνονται πρωτίστως σύμβολα. Συγκεκριμένα, ο μικρός Αχιλλέας (μιας και αυτό το σημείο δε σε έπεισε) δεν είναι μόνο η έκφραση του μέλλοντος σε μια ταινία για το χρόνο, αλλά και ο καταλύτης που επιτρέπει στον Αλέξανδρο να συλλογιστεί τη ζωή του και να οδηγηθεί έτσι, πλήρως συνειδητοποιημένα, στο τέρμα (θάνατος).

Στη σκηνή της τελετής (μαζί με το φινάλε στο Ταξίδι στα Κύθηρα και την κάμερα που περικυκλώνει μια αγκαλιά στο Τοπίο στην Ομίχλη, πρόκειται για τις πιο συγκινητικές στιγμές, κατά την προσωπική μου άποψη, στο έργο του σκηνοθέτη), πρέπει να προσέξουμε τα λόγια των μικρών παιδιών. Στίχοι αποχαιρετιστήριου ποιήματος για έναν ακόμα ταξιδιώτη χωρίς πατρίδα. Όπως είναι ο Αχιλλέας, όπως είναι ο Αλέξανδρος, όπως είναι σχεδόν όλοι οι ήρωες στον Αγγελόπουλο. Το υπαρξιακό και το πολιτικό σχόλιο τέμνονται και αλοίμονο αν αρνηθούμε στο σινεμά του Αγγελόπουλου τον πολιτικό του χαρακτήρα. Αντίθετα με σένα, είδα βαθειά γνώση του σκηνοθέτη για τη ζωή του μικρού από την Αλβανία, γιατί είναι η ζωή ενός ταξιδιώτη.

lafkadio είπε...

Βρίσκω τον Αγγελόπουλο υπερβολικά συμβολιστή και χάρτινο για τα γούστα μου. Αλλά αυτό που με σαγηνεύει στις ταινίες του είναι η τρομερή εικαστική ομορφιά τους, τα πλάνα, η φωτογραφία, τα κάδρα... Και το "Μια Αιωνιότητα και μια μέρα" ήταν μια υπέρτατη εικαστική εμπειρία! Κάθε κάδρο του σαν ένας πίνακας! Και μ'άρεσε ιδιαίτερα η σκηνή στο λεωφορείο!

Unknown είπε...

Με αφορμή το τελευταίο σχόλιο μου γεννήθηκε ένα μικρό ερώτημα. Πόσο μακριά απέχει η ολική μας παράδοση σ' έναν δημιουργό όταν το εικαστικό κομμάτι της δημιουργίας του (lafkadio, να συμπεράνω πως σου αρέσει και η μουσική των τανιών του;) μας "κερδίζει";

Δέχομαι ως δεδομένο βέβαια το "παράδειγμα Greenaway" - όπου η εικονοποιΐα "αντικαθιστά", ίσως, το περιεχόμενο - πως όμως να αρνηθείς στο σινεμά την εικονοκλαστικότητά του ως οδό και πηγή νοήματος;

Αν και εν προκειμένω στέκομαι σε απόσταση, θεωρώντας προσωπικά την Αιωνιότητα μια από τις χειρότερες ταινίες του Αγγελόπουλου, δεν αντιστέκομαι στον να τον θεωρήσω έναν από τους μεγάλους εφευρέτες νοήματος μέσα από την καθαρή εικονοποιΐα. Δεν βρίσκω πως αλλιώς - καλέ μου lafkadio - μπορεί να γίνει αυτό παρ' εκτός δια μέσω συμβολισμού..;

lafkadio είπε...

Ηλία, συμφωνώ. (Παρεμπιπτόντως, μου αρέσει πολύ και η μουσική). Η ένστασή μου δεν είναι στον συμβολισμό καθ' εαυτόν, ο οποίος μου αρέσει και συνυφαίνεται, όπως λες, με την εικαστική σαγήνη των ταινιών του. Ενίσταμαι στο ότι εξαντλείται σε αυτό, δεν έχει χαρακτήρες που να σου φαίνονται χειροπιαστοί άνθρωποι, με τα πάθη τους, τις αντιφάσεις τους, τις αμφιθυμίες τους, την βρώμικη άχνα τους. Οι ήρωές του μου φαίνονται περισσότερο συνδρομές ή πυκνώσεις συμβόλων. Και προσωπικά δεν μου φτάνει ένας σκηνοθέτης που την ταινία του θα μπορούσα και να την δω στο mute. Παρά ταύτα σπεύδω σε κάθε ταινία του Αγγελόπουλου, λόγωι ακριβώς της εικονοποιίας...

theachilles είπε...

Νομίζω ότι το σχόλιο περί mute μαρτυρά το πόσο σε αφήνει ανέπαφο το σινεμά του Αγγελόπουλου, φίλε lafkadio. Καταλαβαίνω ότι στη φράση σου περικλείεται ένας έπαινος για την εικονοπλαστική δύναμη του Αγγελόπουλου, αλλά αυτή δεν είναι παρά μία επιδερμική, αν μου επιτρέπεις, προσέγγιση των ταινιών του (με την ίδια έννοια που θα αντιλαμβανόσουν και συ το σχόλιο κάποιου ότι θα αρκούσε να βλέπει τις ταινίες του Kar Wai στο mute - παράδειγμα δυστυχώς υπαρκτό για έναν δημιουργό που ξέρω ότι λατρεύουμε αμφότεροι).

Η αιωνιότητα και μια μέρα, όπως και όλες οι ταινίες του, έχουν μια φόρμα αρκετά πιο πολύπλοκη από αυτό που χαρακτήρισες ως μια ταινία που εξαντλείται στο συμβολισμό. Από τα πρώτα κιόλας φιλμ του υιοθέτησε την μπρεχτική αποστασιοποίηση, προέκταση της μαρξιστικής του ματιάς, και όπως έγραψα σε πιο πάνω σχόλιο, δεν στοχεύει στο συναίσθημα μέσω του συναισθήματος, αλλά πάντα μέσω της νόησης. Απαιτεί την ενεργό συμμετοχή του θεατή και νομίζω ότι όποιος είναι διατεθειμένος να ασχοληθεί θα αποζημιωθεί. Φυσικά, δεν είναι υποχρεωμένος ο θεατής να αποδεχτεί αυτή την μέθοδο ή να του αρέσει, προφανώς και δε θέλω να σου αλλάξω γνώμη, απλώς επιχειρώ να δω πίσω από το πιο χαρακτηριστικό σχόλιο που ακούει κανείς για τον Αγγελόπουλο: ωραίες εικόνες αλλά...

Επίσης, επειδή έχουμε συνομιλήσει αρκετά μαζί lafkadio, ξέρω καλά ότι συμμερίζεσαι την αγάπη μου για το σινεμά του Godard. Ο τελευταίος ασπάζεται τις ίδιες ακριβώς αρχές με τον Theo (όσο χάρτινος είναι εδώ ο Ganz, άλλο τόσο είναι και η Βλαντύ στο 2 ή 3 πράγματα που ξέρω γι αυτήν - χτυπάω κάτω από την μέση, χεχε), με σαφέστατα διαφορετική βέβαια εφαρμογή.

Συμφωνώ άλλωστε με τον Ηλία. Οι όμορφες εικόνες αποτελούν τμήμα μιας όμορφης ταινίας. Χωρίς τη φόρμα δεν υπάρχει τέχνη, υπάρχει η ζωή καθεαυτή (που ίσως είναι τέχνη, αλλά μην οδηγηθούμε σε μεταφυσικές συζητήσεις).

Unknown είπε...

Εν γένει είμαι και γω εκεί. Συνηθέστερα προτιμώ να βλέπω χαρακτήρες όπως τους περιγράφεις.
Είναι όμως κάποιες συγκεκριμένες "σκηνοθεσίες βλέμματος" που περίπου εμβρόντητος τις παρακολουθώ να εξελίσσονται.
Ορισμένες από δαύτες είναι και του Αγγελόπολου.

mpoukatsas είπε...

Δεν θα διαφωνήσω φυσικά για την αποστασιοποιήμενη διάσταση του σινεμά του Αγγελόπουλου. Aυτό βέβαια ότι δεν σημαίνει απαραίτητα ότι η εφαρμογή των κανόνων της αποστασιοποίησης είναι πάντα εξίσου πετυχημένη. Επίσης ουδέποτε υπήρξα θιασώτης της άποψης ότι χρήση ενός συμβόλου αποτελεί δραματουργικό άλλοθι που αναπληρώνει όσα ο δημιουργός αδυνατεί να περάσει μέσω της αφήγησης.

Δέχομαι ότι αντιλαμβάνεσαι τον μικρό ως σύμβολο. Τι σημαίνοντα όμως βρίσκονται πέρα από αυτό το σύμβολο εκτός από εύκολες αφηρημένες κοινοτοπίες περί αιώνιου ταξιδιού και της αλκής της νιότης; Δραματουργικά, όσο και νοηματικά, είναι αρκετά απλοϊκές οι συλλήψεις του Αγγελόπουλου στη συγκεκριμένη ταινία και η περίτεχνη φόρμα δεν μπορεί να υποκαταστήσει την έλλειψη κάποιου σοβαρότερου προβληματισμού για το θάνατο και το ανολοκλήρωτο της ύπαρξης.

Έχει ενδιαφέρoν να συγκρίνει κανείς την Αιωνιότητα με τις Άγριες Φράουλες. Και οι δύο ταινίες πραγματεύονται το Τέλος και τον απολογισμό. Και ο Μπέργκμαν έχει σύμβολα αλλά αντί να τα αφήσει να του καθοδηγούν την αφήγηση, τα εντάσσει σχεδόν ανεπαίσθητα μέσα στη δημιουργία ως φορείς νοήματος. Πιστεύω ότι το εύστοχο σύμβολο είναι εκείνο που ο θεατής δεν το αντιλαμβάνεται ως τέτοιο.

theachilles είπε...

Θα συμφωνήσω με την τελευταία σου πρόταση. Και για μένα οι άγριες φράουλες (που μπήκαν και στον τίτλο!!) είναι ένα προφανέστατο σύμβολο. Όπως και είναι πολύ πιο εύκολο να αφηγείσαι με flashbacks από το να κινείσαι στο χρόνο με μία απλή κίνηση της κάμερας.

Δεν υποβαθμίζω το εκπληκτικό έργο του Bergman (αν είναι δυνατόν), απλώς επισημαίνω το πόσο υποκειμενικές είναι αυτές οι ερμηνείες. Συγνώμη, αλλά για μένα δεν είναι "αφηρημένη κοινοτοπιά" η αίσθηση ενός ανθρώπου χωρίς πατρίδα, χωρίς σπίτι, για τον οποίο η μόνη αλήθεια είναι το ταξίδι. Υπάρχουν τόσα υποστρώματα σε αυτήν την ιδέα, καλλιτεχνικά και πολιτικά, πολλά από τα οποία ο Αγγελόπουλος αγγίζει στην Αιωνιότητα - με τα υπόλοιπα ασχολήθηκε σε προηγούμενες ταινίες, άλλωστε είναι χαρακτηριστική περίπτωση δημιουργού όπου κάθε φιλμ είναι μέρος ενός μεγαλύτερου έργου.

Επίσης, δε βρίσκω και τόσο μεγάλες ομοιότητες στους ήρωες των δύο ταινιών. Σκέψου πρώτα - πρώτα τα διαφορετικά τους επαγγέλματα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον χαρακτήρα του τελευταίου τους "ταξιδιού" και, όπως θα είδες στο κείμενο, στάθηκα αρκετά στην ποιητική φύση του Αλεξάνδρου που νομίζω ενδιέφερε και τον σκηνοθέτη, περισσότερο από την υπαρξιακή συνιστώσα που ανέφερες και στο πρώτο σου σχόλιο.

lafkadio είπε...

Μάλιστα, ιδού ένας δυνατός διάλογος! Αχιλλέα, όντως χτυπάς κάτω απ' τη μέση με τα παραδείγματα του Καρ Ουάι, και της Μαρίνας, και δεν μπορείς παρά να αποσπάσεις την συμφωνία μου. Παραδέχομαι ότι ποτέ δεν συντονίστηκα ιδιαίτερα βαθιά με το αγγελοπουλικό σινεμά, αν και συνήθως μένω "εμβρόντητος" απ' την εικονοποιία του, και αυτό βέβαια είναι ήδη σημαντικό. Εννοείται ότι δεν διεκδικώ ότι κανείς δεν μπορεί να έχει έναν τέτοιο βαθύτερο συντονισμό. Ευτυχώς, ο Μπουκάτσας μου προσφέρει μια σανίδα διεξόδου, καθώς θα συμφωνήσω με τις παρατηρήσεις του. Δεν ξέρω, με τον Μπρεχτ συντονίζομαι απόλυτα, είναι από τους πλέον αγαπημένους μου συγγραφείς, με τον Καρ Ουάι κατ' εξοχήν, αλλά με Γκοντάρ (εκτός από σκηνές με Καρινά και Μαρινά,χε χε) και Αγγελόπουλο κάπου κωλώνω. Δεν ξέρω τι φταίει...

Και όταν λέμε "αποστασιοποίηση", τι ακριβώς εννοούμε? Τον όρο τον ξέρω κυρίως ως σημαίνοντα μια απόσταση από την δραματική συμβατικότητα ότι ο δημιουργός αναπαριστά την ψυχολογική και ρεαλιστική πραγματικότητα. Η οποία απόσταση καταδεικνύει τις υλιστικές/πραγματολογικές κ.ά. εξαρτήσεις του ίδιου του δημιουργού, και έτσι αφαιρόντας την ψευδαίσθηση του δημιουργού-μεγαλοφυίας του ρομαντισμού, οδηγεί σε έναν αυθεντικότερο διάλογο του δέκτη με το έργο, εν επιγνώσει του συμβατικού χαρακτήρα της τέχνης. Εννοούμε κάτι τέτοιο προκειμένου περί του Αγγελόπουλου ή κάτι παραπάνω?

lafkadio είπε...

ΥΓ. Αφού ανέβασα το ποστ μου διαπίστωσα ότι έχεις κάνει μια συγκεκριμένη περιγραφή στο τι εννοείς ως αποστασιοποίηση στον Αγγελόπουλο, στην 1η απάντησή σου. Αλλά και πάλι αδυνατώ να καταλάβω πώς αυτά τα χαρακτηριστικά του Αγγελόπουλου τον συσχετίζουν με Γκοντάρ ή με Μπρεχτ.

Και, εξάλλου, δεν ξέρω, τον θάνατο, την αρρώστεια, τον πόνο μπορούμε να τα προσεγγίσουμε μόνο ή κυρίως μέσα απ'τη νόηση? Με τέτοιες μεθόδους?

Unknown είπε...

Προς ένα προηγούμενο σχόλιο του φιλτάτου Μπουκάτσα:
Δεν καταλαβαίνω γιατί ένα σύμβολο να είναι άλλοθι αδυναμίας και όχι εργαλείο αφήγησης;

mpoukatsas είπε...

Σύντομη απαντηση στον Ηλία: Σε ορισμένες περιπτώσεις είναι εργαλείο αφήγησης (Άγριες Φράουλες), σε άλλες ευκολία (Αιωνιότητα και μια Μέρα).

theachilles είπε...

lafkadio,
δίνεις έναν πολύ εμπεριστατωμένο ορισμό στην αποστασιοποίηση στην τέχνη, οπότε απλά θα συμφωνήσω. Στην πράξη, η αποστασιοποίηση στον Αγγελόπουλο επιχειρείται μέσω του ντεκουπάζ (δεν υπάρχει η παρέμβαση του μοντάζ και η συνεπακόλουθη ψυχολογική και κατ'επέκταση διανοητική χειραγώγηση του θεατή), αλλά και μέσω των ερμηνειών των ηθοποιών - και εκεί στάθηκα στην απάντησή μου σε σένα, μιας και αναφέρθηκες στον Ganz.

Προσωπικά, δε θεωρώ την Αιωνιότητα ως μια ταινία για την αρρώστια και το θάνατο, και νομίζω πως αυτό φάνηκε από το κείμενό μου. Εκεί βρίσκω την ουσιαστική διαφορά και με τις Άγριες Φράουλες, που ο Γιώργος επιμένει να χρησιμοποιεί ως επιχείρημα, ενώ νομίζω ότι μπορεί να καταλάβει πώς όπως αυτός βρίσκει το μικρό παιδί εδώ μία ευκολία, κάποιος άλλος θα μπορούσε να χαρακτηρίσει ως "εύκολο" σύμβολο τόσο τον τίτλο στην ταινία του Μπέργκμαν (και την αντίστοιχη σκηνή), όσο ακόμα και εκείνο το περίφημο ρολόι χωρίς δείκτες. Τουλάχιστον μέχρι να μας εξηγήσει πως διαχωρίζει τις περιπτώσεις...

mpoukatsas είπε...

Πολύ ενδιαφέρον το τελευταίο ερώτημα του Αχιλλέα. Φυσικά γενική συνταγή πως διαχωρίζονται οι δύο περιπτώσεις δεν υπάρχει -η ευκολία αποτυπώνεται στην γενικότερη αίσθηση που αφήνει η εκάστοτε ταινία. Για παράδειγμα το ρολόι και ο τίτλος στις Άγριες Φράουελς περιορίζονται σε μεμονωμένες σκηνές και δεν στήνεται γύρω τους η μισή και πλέον ταινία όπως συμβαίνει στην ταινία του Αγγελόπουλου.

lafkadio είπε...

Αχιλλέα, σε "πιάνω" καλύτερα σιγά σιγά. Η συζήτησή μας θα γίνει αφορμή να δω τον Αγγελόπουλο την επόμενη φορά με διαφορετικό τρόπο. Ναι, τα παραδείγματα αποστασιοποίησης στο σινεμά που έδωσες είναι πολύ κατατοπιστικά. Αλήθεια, πότε θα δούμε το δεύτερο μέρος της τριλογίας?

theachilles είπε...

Χαίρομαι αν οι συζητήσεις μας εδώ λειτουργούν ως παρακίνηση για να ξαναβλέπουμε ταινίες.
Η σκόνη του χρόνου θα παιχτεί στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης στις 22 Νοεμβρίου και, δυστυχώς, κατά πάσα πιθανότητα δε θα είμαι εκεί. Το πότε θα κυκλοφορήσει στις αίθουσες παραμένει άγνωστο...