Ο χρόνος του κενού. Ανακαλύπτεις κάθε χιλιοστό του ταβανιού που έχει υγρασία, και πάνω σε αυτό το ταβάνι ζεις τη δεύτερη ζωή σου, εκεί και οι χαρές που επίγειες δεν έγιναν, εκεί κι οι πίκρες που ξεγράφτηκαν από τη μνήμη μα όχι κι από το ριζικό σου, εκεί κι όλα τα αρχίδια του κόσμου που σε πείσμα της βαρύτητας φυτρώνουν όχι σαν ξένο σώμα αλλά σε ένα σώμα ισχυρό. Ξέρω. Όλα αυτά δεν βγάζουν νόημα.
Είναι σαν να ζεις δυο ζωές. Παράλληλα. Σε τούτη εδώ, είσαι. Και τα πράγματα και οι άνθρωποι, είναι. Σε εκείνη την άλλη, θέλεις. Και τα πράγματα και οι άνθρωποι, υποτάσσονται. Αμέτρητες στιγμές στη δεύτερη ζωή μου πήρα εκδίκηση. Για απλά πράγματα, μην με ρωτήσεις. Γιατί κάποτε κάποιος με έσπρωξε και δεν χώρεσα στο λεωφορείο. Γιατί κάποτε ένας πήγε να με σκοτώσει στον δρόμο. Γιατί κάποιος κάποτε πίκρανε κάποιον που αγαπώ. Γιατί κάποιος κάποτε έκλεψε στη σειρά στη τράπεζα. Σε κείνη την άλλη τη ζωή καθένας κέρδιζε το ολόδικό του, ειδικά καταστρωμένο, μαρτύριο -ανάλογα με το σφάλμα που είχε διαπράξει. Καμμία καθωσπρέπει ανατροφή, καμμία χριστιανική ηθική, καμμιά φοβέρα νόμου δεν υπάρχει εκεί. Let's face it, αν δεν φοβόσουν την τιμωρία (σε όποια από τις χίλιες αιώνιες ζωές σου έχουν τάξει, ή ακόμη και σε τούτη εδώ την αντίστροφη μέτρηση) δεν θα έπαιρνες το αίμα σου πίσω; Εγώ ναι. Ζωώδες, απάνθρωπο, παλαιολιθικό, απολίτιστο -αλλά βαθιά ανθρώπινο, συνάμα.
Και μετά ήρθε το Oldboy.
Ρεζουμέ της ταινίας δεν έχει εδώ. Δεν της πρέπει. Με ένα ή δύο κλικ, αν θες, θα βρεις μια αξιοπρεπή σούμα στον ηλεκτρονικό ξερόλα. Εδώ θέλω να σου πω για αυτό το 25th frame της, αυτήν την αδιόρατη στιγμή που τοποθετήθηκε εκεί σαν πύλη. Αυτήν τη ρημάδα τη στιγμή που άπαξ και την δεις, αλλάζεις. Την καταπίνεις, οι νευρώνες σου βραχυκυκλώνουν, αλλοιώνεσαι κι αφήνεις τον χρόνο μέσα σου να κυλήσει αλλιώς.
Τι κι αν όλο το Oldboy διαπνέεται από μία εκδικητική μανία, από ένα ακάματο κυνηγητό μεταξύ θυμάτων, αυτό δεν είναι ο λόγος που γράφω σήμερα. Ούτε μία ενδότερη ανάγκη να δείξω πως πρόσεξα σκηνοθετικά τρικ και σεναριογραφικά γυρίσματα. Είναι εκείνη η ρημάδα η κορύφωση του έργου. Αν ανατρέξω σε όλα τα καλά πληροφορημένα, αρκούντως στηριγμένα σε βιβλιογραφία και παραδείγματα, βιβλία για “σωστή συγγραφή σεναρίων”, μάλλον κορύφωση θα έπρεπε να λογαριάσω την σκηνή που ο Ο-Ντε-Σού, ως σύγχρονος Οιδίποδας, κόβει την γλώσσα του. Εκεί που το δράμα φτάνει στη λύση του. Γαμημένες αναλύσεις. Εγώ μιλάω γι’ άλλο. Για εκείνη την αποφράδα στιγμή που ο Ο-Ντε-Σού αποχωρίζεται το είδωλό του, μόνο και μόνο για να γίνει αυτό λίγο μετά και να αφήσει το Τέρας πίσω. Αυτός είναι πια ένας Άλλος. Για αιώνες ο μύθος ήθελε το είδωλο να είναι το “Κακό”, η σκοτεινή πλευρά του συνειδητού, ο “Άλλος” που είναι σκιά του “Εγώ”. Βέβαια, κι ο μπαμπακούλης Φρόυντ φρόντισε να υπερτονίσει το κλισέ και το, συχνά όχι πρωτότυπο, Χόλιγουντ να το εμπεδώσει. Και έτσι φτάσαμε στο 2003. Ένας Κορεάτης αποφασίζει να αντιμετωπίσει την, απόκληρη κοινωνικά, εκδίκηση με τόλμη και ευαισθησία, με φαντασία και σκληράδα που φαινόταν χαμένη για αιώνες. Όπως της αξίζει. Σαν τραγωδία.
Ο ήρωας και ο ανταγωνιστής του δεν είναι δύο αντίπαλες δυνάμεις. Δεν είναι καν οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Είναι ο ίδιος άνθρωπος σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Ο Ο-Ντε-Σου είναι ο Γου-Τζιν. Μόνο που ακολουθεί τον δεύτερο σε αυτό που έχει γίνει αυτός. Θα ήταν εύκολο να πούμε πως ο Ο-Ντε-Σου είναι ο τραγικός ήρωας. Προηγήθηκε ο Γου-Τζιν, που προκάλεσε την τιμωρία του φτύνοντας πάνω σε ένα από τα αρχαιότερα ταμπού. Πηδώντας την αδερφή του. Κι ο Ο-Ντε-Σου μιλώντας για το αμάρτημα. Κι αν το ένα φαίνεται τρομακτικό ενώ το άλλο φυσιολογικά ανθρώπινο, η Ella Wilcox απεφάνθη. “Είτε κόκκος άμμου είτε πέτρα στο νερό βυθίζονται το ίδιο”. Δεν είναι παράλογο. Μία κίνηση της Σελήνης προκαλεί παλίρροιες και το πέταγμα μιας πεταλούδας σε ένα σημείο του κόσμου πλημμυρίζει τον αντίποδά του -έτσι λένε...
Όταν φτάνει εκείνη η αποφράδα η ώρα που ο Ο-Ντε-Σου χωρίζει από το είδωλό του, το “τερατώδες είδωλο” του Girard, ο Παρκ θέτει σε ισχύ έναν νέο μηχανισμό. Έναν μηχανισμό που αποσχίζεται από τον έως τώρα γνωστό μύθο. Γιατί ο ήρωας δεν διχοτομείται αλλά χωρίζει στα τρία. Στις Βάκχες ο Πενθέας έβλεπε δυο ήλιους και δυο Θήβες. Ο Νταλί έβλεπε δυο ήλιους και δυο φεγγάρια. Ο Παρκ, όμως, είδε την τριχοτόμηση. Ο Γου-Τζιν, ένθετος στον Ο-Ντε-Σου για πάντα, είναι εκεί κι ας έχει διακοσμήσει με τα μυαλά του τα τοιχώματα του ασανσέρ. Κι ο Ο-Ντε-Σου/Γου-Τζιν αποχωρίζεται το τέρας. Μόνο που το τέρας δεν πιάνεται χέρι-χέρι με το είδωλο αλλά βαδίζει σε τούτον τον κόσμο -τον πραγματικό- ώσπου να πεθάνει. Ο Ο-Ντε-Σού γίνεται ο Άλλος, το είδωλο που κάποτε ήταν. Τούτο το είδωλο είναι, λοιπόν, αλλιώτικο από όλα τα άλλα. Δεν είναι τερατώδες, δεν είναι το Κακό, δεν είναι Σκιά, εξανεμίζει από πάνω του τη γνώση που αποκόμισε ζητώντας εκδίκηση. Είναι, όμως, αμνήμον. Λειψό, στερημένο από τον λόγο και τη μνήμη. Μόνο έτσι μπορεί να συνεχίσει να ζει. Το θέλει, “κι ας μην είναι καλύτερος από ένα κτήνος”. Κι αυτό το είδωλο έτσι αποδείχνει πού είναι διαφορετικό από τον Ο-Ντε-Σου και τον Γου-Τζιν. Γιατί αποφασίζει, έστω και αργά, να ρίξει βάρος σε αυτό που του διέλαθε όταν ακόμη είχε καιρό. Στο να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να αγαπάει.
Η τελική σκηνή της ταινίας έρχεται πιότερο να ρωτήσει παρά να δώσει απαντήσεις. Αυτό που μοιάζει με απόφθεγμα σε καλεντάρι, γίνεται αδηφάγος ίλλιγος. “Γέλα κι ο κόσμος θα γελά μαζί σου. Κλάψε και θα κλαίς μόνος.” Κι αν η Ηχώ κι ο Νάρκισσος τα κάνανε μαντάρα κάποτε, κι αν ο Λακάν θεώρησε “υγιή απεμπλοκή” όσα συνέβησαν, δεν μπορώ να σταματήσω να αναρωτιέμαι πώς διάολο μας είχε διαφύγει για αιώνες. Είτε κόκκος άμμου είτε πέτρα στο κενό αιωρούνται το ίδιο. Ακόμη κι ένας ά-λογος, α-μνήμων, Οδυσσέας. Ένα γερασμένο παιδί. Αιωρείται, γαμώτο. Δεν βυθίζεται.
Έρικα Βαραγγούλη
5 σχόλια:
Θα μπορούσα να χειροκροτήσω από ευχαρίστηση για την προσέγγιση – και την προσέγγιση της γραφής - αλλά τέτοιες ευκολίες δεν μου ταιριάζουν. Ούτε να υποσημειώσω για την χειμαρρώδη γραφή – που δεν χάνει ποτέ τον λογισμό της – ή το πονεμένο νεύρο που την κινητοποιεί και την εξωθεί να μου (και «μας» ελπίζω…) χαρίσει τέτοια αναγνωστική περιπέτεια.
Εδώ υπάχει κάτι παραπάνω – ένας συλλογισμός, μια σκέψη που προχωρά την ενδοκριτική της δυτικής ορθολογίας. Ναι, κατά τα λεγόμενά σου, προφανώς ο σκηνοθέτης του Oldboy (το οποίο να σημειώσω πως βαριέμαι αφόρητα και δεν έχω καταφέρει, δύο φορές που προσπάθησα, να δω) δεν κάνει κάτι παραπάνω απ΄το να εμβολιάζει τον δυτικό δυϊσμό με κάτι (τυπικά) ανατολικά ολιστικό. (Σύντομα θα έχεις μια ταινία ακόμα για να συμβάλλει στο σκεπτικό σου…)
Όμως εσύ εδώ αναπτύσσεις – υπέροχα, καλή μου – ένα σκεπτικό που φέρνει σ’ όλες αυτές τις (απλώς) λέξεις μια σημασία ιδιωτική, χειροπιαστή και, για τούτο, αυτόχρημα σημαντική.
Εύχομαι να σου δοθούν οι ευκαιρίες – και εδώ – να προχωρήσεις τον εποικοδομητικό «θυμό» σου όσο πιο πέρα φτάνεις.
Θα χειροκροτήσω από ευχαρίστηση για την προσέγγιση κι ας το βλέπει ευκολία ο/η id.
Για μένα απλά, με 4 λέξεις: η ταινία της δεκαετίας...
Σόρυ για το ο/η, δεν είχα πάρει χαμπάρι ότι ήταν τα αρχικά. Ήταν και αργά όταν άφησα το σχόλιο... Όποτε θέλω να αναφερθώ σε σένα όλο και κάποιο επεισόδιο θα εχουμε :)
ti keimeno! ti tainia! aporw ligo pws den arese ston ilia giati sinithws me vriskoun apolita simfwnw oi kritikes tou alla opws kai na xei prokeitai gia mia sinarpastiki anagnwsi stin ( tha simfwnisw me ton zamuc) kaliteri tainia tis dekaetias...
Και κάμποσοι ακόμη απορούν μαζί σου ανώνυμε/η φίλε/η μου..
Τι να πω πέραν του αβυσσαλέου της υπάρξεως; Ίσως πως όταν τα καταφέρω να το δω, θα ξέρω κι εγώ, με λόγο μάλλον πιο τεκμηριωμένο της καθαρής πλήξης..
Δημοσίευση σχολίου