Η θρυμματισμένη αφήγηση και η μοντέρνα, κοφτή κινηματογράφηση που χαρακτηρίζουν το πρώτο κομμάτι του Before The Devil Knows You’re Dead εύκολα μπορούν να ξεγελάσουν, κάνοντάς το να μοιάζει με μια εξυπνακίστικη κινηματογραφική άσκηση. Ωστόσο, πολύ γρήγορα γίνεται εμφανές ότι πρόθεση του Lumet δεν ήταν να γυρίσει άλλο ένα σύγχρονης κοψιάς heist movie, αλλά να αφηγηθεί ένα νεο-νουάρ μελόδραμα με μια πρωτόγνωρα επιθετική ματιά.
Η νευρική κάμερα συνδράμει στα συνεχή μπρος-πίσω στο χρόνο και μαζί εικονογραφούν σε συμπεριφορικό επίπεδο τις αιτίες και τα αποτελέσματα μιας αναπόφευκτης πορείας ηθικής παρακμής. Ο φαταλισμός αυτός εδράζεται μέσα στην οικογένεια που σαπίζει εκ των έσω και αποτελεί το θεσμό στον οποίο απευθύνει την κοινωνική του κριτική ο σπουδαίος Αμερικανός δημιουργός.
Όπως και στις καλύτερες στιγμές του στο παρελθόν (Dog Day Afternoon, Network, The Pawnbroker), ο Lumet δεν είναι ένας απλώς διασκεδαστής, αλλά ένας προβληματισμένος δημιουργός που ξέρει να αφομοιώνει τις ανησυχίες του για έναν κόσμο σε πτωτική πορεία σε κλασικές κινηματογραφικές φόρμες. Στο καινούριο του φιλμ ξεκινάει από μία φαινομενικά υγιή οικογένεια. Ωστόσο, αυτό που η κοινωνία χαρακτηρίζει ως επιτυχημένη ανατροφή παιδιών απέχει πάρα πολύ από τις συνθήκες εκείνες που θα γλύτωναν το άτομο από μια ψυχική ανισορροπία με προεκτάσεις αόριστα επικίνδυνες. Ο Andy του Philip Seymour Hoffman είναι ένας επιτυχημένος μεσίτης, παντρεμένος με μια πανέμορφη γυναίκα, την Gina (Marisa Tomei). Ο Hank του Ethan Hawke είναι ένας φιλήσυχος τριαντάρης που προσπαθεί να χτίσει πάλι τη ζωή του μετά από έναν αποτυχημένο γάμο. Γιοί ενός φαινομενικά πολυαγαπημένου ζευγαριού, φαινομενικά (ο όρος δεν αλλάζει) τρέφουν μια αγνή αγάπη τόσο για τους γονείς τους, όσο και ο ένας για τον άλλον.
Πέρα από τον απατηλό κόσμο των φαινομένων, όμως, τα δύο αδέλφια κουβαλούν στα βαθύτερα κομμάτια της ύπαρξής τους τα λάθη των προγόνων τους, τόσο ειδικότερα (γονείς) όσο και σε ένα ευρύτερο πλαίσιο. Η πορεία προς το αμερικανικό όνειρο, η προσωπική ευτυχία ως αποτέλεσμα και προέκταση της επαγγελματικής επιτυχίας και η επιδίωξη της τελευταίας πέρα από κάθε αίσθηση του μέτρου είναι οι αξίες με τις οποίες μεγάλωσαν οι άντρες της γενιάς τους. Η όμορφη γυναίκα στο πλάϊ, σαν ένα ακόμα τρόπαιο, θεωρείται απαραίτητη προσθήκη, έστω και αν δεν υπάρχει κάτι ουσιαστικότερο που μπορεί να συνδέσει το ζεύγος – όπως εν προκειμένω συμβαίνει σε μεγάλο βαθμό με τον Andy και την Gina. Αποξενωμένοι, αποπροσανατολισμένοι και σταδιακά αυτοπαγιδευμένοι, αρχίζουν κι οι δυο να συνειδητοποιούν ότι ο τρόπος με τον οποίον έμαθαν να ζουν τους στρίμωξε στη γωνία.
Ο Andy (εξαιρετικός ο Hoffman) ένιωθε πάντα αδικημένος και παραμελημένος από τους γονείς του προς όφελος του μικρότερου αδερφού του. Πολύ γρήγορα ανέλαβε ευθύνες που του στερούσαν την απαραίτητη για ένα παιδί στοργή και έφτασε να πιστεύει ότι υπάρχει μόνο για να υπηρετεί. Ο Hank (o Hawke στο ύψος των περιστάσεων), καθ' ότι μικρότερος, αισθάνεται βαριά τη σκιά του αδελφού του από τον οποίο δεχόταν πάντοτε μειωτική κριτική κι ένα πατρονάρισμα που μοιάζει να τον εμποδίζει να γίνει ολοκληρωμένος άνδρας. Μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι διατηρεί κρυφά ερωτικό δεσμό με την Gina – ένα σημαντικό βήμα για να νιώσει αντάξιος του Andy. Αυτή η υποβόσκουσα σύγκρουση δεν θα εξωτερικευτεί ποτέ γιατί δεν αποτελεί παρά καμουφλάρισμα ενός άλλου πάθους: του «μίσους» προς τον πατέρα τους, Charlie. Σε μια εκπληκτική σκηνή, μπεργκμανικής ευαισθησίας, στην αυλή του πατρικού σπιτιού, ο Andy και ο Charlie θα αντιμετωπίσουν για πρώτη ίσως φορά ο ένας τον άλλον με απόλυτη ειλικρίνεια και θα αποκαλύψουν την εσφαλμένη πορεία μιας «ευτυχισμένης» οικογένειας. Τελικά το σχέδιο του Andy υποκινήθηκε μεν συνειδητά από την ανάγκη για χρήματα, αλλά ταυτόχρονα έφερε την βαριά, έστω λανθάνουσα, σφραγίδα ενός οιδιπόδειου συμπλέγματος. Και οι σχέσεις του πατέρα με το κύκλωμα παράνομης διακίνησης διαμαντιών μαρτυρούν ότι υπάρχουν αμαρτίες που ακόμα περιμένουν να ξεπληρωθούν. Το αντάξιο μιας αρχαιοελληνικής τραγωδίας φινάλε στέκει ως η απόλυτη απόδειξη γι’ αυτό. Ο Albert Finney, που συνεργάζεται πάλι με τον Lumet τριάντα τρία χρόνια μετά το Murder on the Orient Express, αποτελεί το αντίπαλο δέος ερμηνευτικά στον Hoffman, και η μόνη φορά που θα μας επιτραπεί να αντικρίσουμε το αληθινό πρόσωπο του πατέρα (και κατ’ επέκταση της οικογένειας) είναι στην τελευταία σκηνή στο κρεβάτι, στο μέρος δηλαδή όπου ξεκίνησε και το φιλμ, σε αυτήν την αναπόδραστη πορεία από τον έρωτα ως το θάνατο.
Μετά από μια σειρά μέτριων δημιουργιών, ο Lumet στα 83 του επιστρέφει στο δρόμο με περίσσια επιθετικότητα συνεπικουρούμενη από τις δυνατότητες της ψηφιακής τεχνολογίας. Νιώθει άνετα στην πόλη που χρόνια κινηματογραφεί και απεικονίζει πανέξυπνα την Νέα Υόρκη σε τρεις διαφορετικές πλευρές της: Από την μία, ο κόσμος του Andy με τους ουρανοξύστες και τα υπερπολυτελή ξενοδοχεία που χρησιμεύουν ως καταφύγιο για τις κακές συνήθειες ευυπολήπτων πολιτών. Έπειτα, το μικροαστικό περιβάλλον του Hank με τα ασφυκτικά διαμερίσματα σε βρώμικες πολυκατοικίες. Και, φυσικά, τέλος, τα περίφημα προάστια όπου και βρίσκεται το κοσμηματοπωλείο των γονιών τους: Με την ανωνυμία που προσφέρουν, τους χαλαρούς ρυθμούς και την αίσθηση της ασφάλειας.
Την οποία θα θρυμματίσει, από την πρώτη κιόλας σκηνή, τούτο το συναρπαστικό φιλμ.
Αχιλλέας Παπακωνσταντής
Η νευρική κάμερα συνδράμει στα συνεχή μπρος-πίσω στο χρόνο και μαζί εικονογραφούν σε συμπεριφορικό επίπεδο τις αιτίες και τα αποτελέσματα μιας αναπόφευκτης πορείας ηθικής παρακμής. Ο φαταλισμός αυτός εδράζεται μέσα στην οικογένεια που σαπίζει εκ των έσω και αποτελεί το θεσμό στον οποίο απευθύνει την κοινωνική του κριτική ο σπουδαίος Αμερικανός δημιουργός.
Όπως και στις καλύτερες στιγμές του στο παρελθόν (Dog Day Afternoon, Network, The Pawnbroker), ο Lumet δεν είναι ένας απλώς διασκεδαστής, αλλά ένας προβληματισμένος δημιουργός που ξέρει να αφομοιώνει τις ανησυχίες του για έναν κόσμο σε πτωτική πορεία σε κλασικές κινηματογραφικές φόρμες. Στο καινούριο του φιλμ ξεκινάει από μία φαινομενικά υγιή οικογένεια. Ωστόσο, αυτό που η κοινωνία χαρακτηρίζει ως επιτυχημένη ανατροφή παιδιών απέχει πάρα πολύ από τις συνθήκες εκείνες που θα γλύτωναν το άτομο από μια ψυχική ανισορροπία με προεκτάσεις αόριστα επικίνδυνες. Ο Andy του Philip Seymour Hoffman είναι ένας επιτυχημένος μεσίτης, παντρεμένος με μια πανέμορφη γυναίκα, την Gina (Marisa Tomei). Ο Hank του Ethan Hawke είναι ένας φιλήσυχος τριαντάρης που προσπαθεί να χτίσει πάλι τη ζωή του μετά από έναν αποτυχημένο γάμο. Γιοί ενός φαινομενικά πολυαγαπημένου ζευγαριού, φαινομενικά (ο όρος δεν αλλάζει) τρέφουν μια αγνή αγάπη τόσο για τους γονείς τους, όσο και ο ένας για τον άλλον.
Πέρα από τον απατηλό κόσμο των φαινομένων, όμως, τα δύο αδέλφια κουβαλούν στα βαθύτερα κομμάτια της ύπαρξής τους τα λάθη των προγόνων τους, τόσο ειδικότερα (γονείς) όσο και σε ένα ευρύτερο πλαίσιο. Η πορεία προς το αμερικανικό όνειρο, η προσωπική ευτυχία ως αποτέλεσμα και προέκταση της επαγγελματικής επιτυχίας και η επιδίωξη της τελευταίας πέρα από κάθε αίσθηση του μέτρου είναι οι αξίες με τις οποίες μεγάλωσαν οι άντρες της γενιάς τους. Η όμορφη γυναίκα στο πλάϊ, σαν ένα ακόμα τρόπαιο, θεωρείται απαραίτητη προσθήκη, έστω και αν δεν υπάρχει κάτι ουσιαστικότερο που μπορεί να συνδέσει το ζεύγος – όπως εν προκειμένω συμβαίνει σε μεγάλο βαθμό με τον Andy και την Gina. Αποξενωμένοι, αποπροσανατολισμένοι και σταδιακά αυτοπαγιδευμένοι, αρχίζουν κι οι δυο να συνειδητοποιούν ότι ο τρόπος με τον οποίον έμαθαν να ζουν τους στρίμωξε στη γωνία.
Ο Andy (εξαιρετικός ο Hoffman) ένιωθε πάντα αδικημένος και παραμελημένος από τους γονείς του προς όφελος του μικρότερου αδερφού του. Πολύ γρήγορα ανέλαβε ευθύνες που του στερούσαν την απαραίτητη για ένα παιδί στοργή και έφτασε να πιστεύει ότι υπάρχει μόνο για να υπηρετεί. Ο Hank (o Hawke στο ύψος των περιστάσεων), καθ' ότι μικρότερος, αισθάνεται βαριά τη σκιά του αδελφού του από τον οποίο δεχόταν πάντοτε μειωτική κριτική κι ένα πατρονάρισμα που μοιάζει να τον εμποδίζει να γίνει ολοκληρωμένος άνδρας. Μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι διατηρεί κρυφά ερωτικό δεσμό με την Gina – ένα σημαντικό βήμα για να νιώσει αντάξιος του Andy. Αυτή η υποβόσκουσα σύγκρουση δεν θα εξωτερικευτεί ποτέ γιατί δεν αποτελεί παρά καμουφλάρισμα ενός άλλου πάθους: του «μίσους» προς τον πατέρα τους, Charlie. Σε μια εκπληκτική σκηνή, μπεργκμανικής ευαισθησίας, στην αυλή του πατρικού σπιτιού, ο Andy και ο Charlie θα αντιμετωπίσουν για πρώτη ίσως φορά ο ένας τον άλλον με απόλυτη ειλικρίνεια και θα αποκαλύψουν την εσφαλμένη πορεία μιας «ευτυχισμένης» οικογένειας. Τελικά το σχέδιο του Andy υποκινήθηκε μεν συνειδητά από την ανάγκη για χρήματα, αλλά ταυτόχρονα έφερε την βαριά, έστω λανθάνουσα, σφραγίδα ενός οιδιπόδειου συμπλέγματος. Και οι σχέσεις του πατέρα με το κύκλωμα παράνομης διακίνησης διαμαντιών μαρτυρούν ότι υπάρχουν αμαρτίες που ακόμα περιμένουν να ξεπληρωθούν. Το αντάξιο μιας αρχαιοελληνικής τραγωδίας φινάλε στέκει ως η απόλυτη απόδειξη γι’ αυτό. Ο Albert Finney, που συνεργάζεται πάλι με τον Lumet τριάντα τρία χρόνια μετά το Murder on the Orient Express, αποτελεί το αντίπαλο δέος ερμηνευτικά στον Hoffman, και η μόνη φορά που θα μας επιτραπεί να αντικρίσουμε το αληθινό πρόσωπο του πατέρα (και κατ’ επέκταση της οικογένειας) είναι στην τελευταία σκηνή στο κρεβάτι, στο μέρος δηλαδή όπου ξεκίνησε και το φιλμ, σε αυτήν την αναπόδραστη πορεία από τον έρωτα ως το θάνατο.
Μετά από μια σειρά μέτριων δημιουργιών, ο Lumet στα 83 του επιστρέφει στο δρόμο με περίσσια επιθετικότητα συνεπικουρούμενη από τις δυνατότητες της ψηφιακής τεχνολογίας. Νιώθει άνετα στην πόλη που χρόνια κινηματογραφεί και απεικονίζει πανέξυπνα την Νέα Υόρκη σε τρεις διαφορετικές πλευρές της: Από την μία, ο κόσμος του Andy με τους ουρανοξύστες και τα υπερπολυτελή ξενοδοχεία που χρησιμεύουν ως καταφύγιο για τις κακές συνήθειες ευυπολήπτων πολιτών. Έπειτα, το μικροαστικό περιβάλλον του Hank με τα ασφυκτικά διαμερίσματα σε βρώμικες πολυκατοικίες. Και, φυσικά, τέλος, τα περίφημα προάστια όπου και βρίσκεται το κοσμηματοπωλείο των γονιών τους: Με την ανωνυμία που προσφέρουν, τους χαλαρούς ρυθμούς και την αίσθηση της ασφάλειας.
Την οποία θα θρυμματίσει, από την πρώτη κιόλας σκηνή, τούτο το συναρπαστικό φιλμ.
Αχιλλέας Παπακωνσταντής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου